23 June 2014

Μοιραίος διχασμός: Γιατί αγαπάμε το ένα και τρώμε το άλλο;




Πολύ απλά γιατί αυτή η αντίληψη επικρατεί στον κόσμο μας τα τελευταία δέκα χιλιάδες χρόνια από την εποχή της «εξημέρωσης» (δηλαδή της δια της βίας υποδούλωσης των ζώων) και αυτήν μας μαθαίνουν από τη γέννησή μας.

Είναι όμως έτσι; Είναι κάποια ζώα τροφή επειδή το λέει το διαμορφωμένο κοινωνικό πλαίσιο και σύστημα;

Φυσικά όχι. Αλλά το σύστημα έχει ζωτικούς λόγους να επιμένει σε αυτή την εσφαλμένη αντίληψη και προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας πείσει στην εφαρμογή της επειδή ωφελείται τα μέγιστα από αυτήν και επειδή ουσιαστικά οφείλει την ύπαρξή του σε αυτήν: αν υποθέσουμε ότι αύριο αποκαθιστούνταν η αξία της αισθανόμενης ζωής το σύστημα αυτόματα θα κατέρρεε μη έχοντας πλέον την δυνατότητα να καταπιέσει και να αδικήσει τα ζώα και κατ’ επέκταση τους ανθρώπους. Και φυσικά μαζί του θα κατέρρεε όλη η τρέχουσα ξύλινη γλώσσα των διακρίσεων και θα σταματούσαμε πλέον να μιλάμε για όλα αυτά τα ανούσια που τώρα θεωρούνται κύριες προτεραιότητες (ψευδο-γεύση, ψευδο-απόλαυση, ψευδο-παράδοση, ψευδο-ευκολία, ψευδο-συνήθεια). Η οργουελική lingua franca της καταπίεσης με όλη αυτή την νοητική δυσαρμονία και σύγχυση που προξενεί θα έσβηνε οριστικά και θα έδινε τη θέση της στην γλώσσα της δικαιοσύνης. Και η συνέπεια αυτού θα ήταν να απαλλαγούμε επίσης μια και καλή και από όλη την υπόλοιπη ξύλινη γλώσσα του συστήματος (αγορές, επενδύσεις, ανταγωνιστικότητα, «ανάπτυξη», κλπ) αφού θα αναγνωρίζαμε ότι η μόνη πραγματική επένδυση είναι η αλήθεια, οι αξίες και η φροντίδα και η προστασία της ζωής.



Ένας διχασμός που δυσεκπαιδεύει

Παρά λοιπόν την τεράστια εκστρατεία συμμόρφωσής μας με αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να την πιστεύουμε, όσο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι μας συμφέρει επειδή δήθεν μας επιτρέπει να επιβιώνουμε, να είμαστε υγιείς, να εξελισσόμαστε νοητικά και άλλα τέτοια ανυπόστατα.

Πρώτα και κύρια η αντίληψη των ζώων ως τροφή μας κατευθύνει σε έναν ξένο τρόπο διατροφής και ζωής και τελικά διαμορφώνει μέσα μας τον «βολικό» (για το σύστημα) διχασμό του να βλέπουμε και να αντιμετωπίζουμε την αισθανόμενη ζωή ως αναλώσιμο εμπόρευμα για την ικανοποίηση επιθυμιών και όχι των πραγματικών αναγκών που πηγάζουν από την ανατομία μας (που είναι φυτοφάγου πλάσματος) αλλά και από τη θέση μας μέσα μας στο οικοσύστημα της Γης (πρωτοταγείς καταναλωτές). Έτσι με κάθε γεύμα μας απαξιώνεται συνεχώς η αξία της ζωής γενικά και δυσεκπαιδευόμαστε να δείχνουμε ανοχή και απάθεια για το χαράμισμα και την απώλεια και της ανθρώπινης ζωής η οποία συμβαίνει παράλληλα με διάφορους τρόπους («ανθρωπιστικές» επεμβάσεις, πορτοκαλί «επαναστάσεις», ψευδοκρίση, τοξική πολιορκία σε κάθε πτυχή της ζωής μας, κλπ). Επιπλέον δυσεκπαιδευόμαστε να ενεργούμε με ένα σκεπτικό που λέει ότι κάνω κάτι - ανεξάρτητα αν είναι κακό - μόνο και μόνο επειδή έχω τη δυνατότητα να το κάνω και όχι με το ηθικό σκεπτικό του τι είναι σωστό να κάνω.

Περνώντας τώρα στο πεδίο της άμεσης εμπειρίας, οι περισσότεροι από εμάς θα έτυχε να έχουμε γνωρίσει από κοντά κάποια από τα λεγόμενα ζώα «φάρμας» και να έχουμε διαπιστώσει ότι δεν διαφέρουν σε τίποτα από τα λεγόμενα «κατοικίδια». Όμως αφού δεν διαφέρουν καθόλου, τότε γιατί τελικά να διαφέρουν εντελώς τραγικά στον τρόπο αντιμετώπισης; Γιατί να ενεργούμε με δύο μέτρα και δύο σταθμά και γιατί να μην υπάρχει μια ενιαία αντιμετώπιση για κάτι το οποίο είναι ενιαίο, δηλαδή η αισθανόμενη ζωή; Γιατί να εμπλεκόμαστε σε δύο εντελώς αντιφατικές προσεγγίσεις αντιμετώπισης όπου από τη μια έχουμε τη μέγιστη συμπόνια και φροντίδα και από την άλλη τη μέγιστη αδιαφορία και απαξίωση.

Μάλιστα το γεγονός ότι αγαπάμε κάποια ζώα αναιρεί, εκθέτει και φέρει μοιραίο πλήγμα στην καταπίεση των υπόλοιπων ζώων, την οποία ουσιαστικά καταδικάζει και απονομιμοποιεί. Μας δείχνει ότι μια τέτοια συμπεριφορά δεν έχει βάση και το μόνο που φανερώνει είναι ένας άκριτος πιθηκισμός στις προσταγές ενός άνομου συστήματος που πέρα από τον πλανήτη και τα πλάσματά του, έχει κάνει και τις δικές μας ζωές άνω κάτω με το να μας έχει τυφλώσει μπροστά στο έγκλημα, στην αδικία και στην καταπίεση που περνάει καθημερινά μπροστά από τα μάτια μας δήθεν ως τροφή μας (ένδυσή μας ή όποια άλλη χρήση καταδικάζουμε τα μη ανθρώπινα ζώα).

Όλο αυτό είναι μια προκατάληψη και δεν έχει καμία ορθολογική βάση και ούτε φυσικά είναι η δίκαιη αντιμετώπιση των άλλων αισθανόμενων πλασμάτων: είναι μια δυσεκπαίδευση που πρέπει άμεσα να απορρίψουμε και να υπερβούμε. Γιατί με τον κορεσμό της κοινωνίας με την αδικαιολόγητη καταπίεση και το θάνατο των ζώων δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή ελπίδα για πρόοδο. Αντίθετα όπως έχει γίνει πλέον ολοφάνερο, η παρακμή θα είναι διαρκής και καταιγιστική και θα μας οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη καταστροφή αν δεν πάψουμε να βλέπουμε τη ζωή διχαστικά και να ισχυροποιούμε συνεχώς την κουλτούρα του θανάτου. 


Δεν χρειάζεται να διακρίνουμε τη ζωή για να επιβιώσουμε

Με το να κάνουμε διάκριση σε ζώα α και β κατηγορίας, καταλήγουμε να κάνουμε διάκριση και σε ανθρώπους α και β κατηγορίας και έτσι τελικά μπαίνουμε σε ένα προβληματικό σκεπτικό που χωρίς να φαίνεται είναι η αιτία όλων των δεινών μας με το να κατηγοριοποιεί τη ζωή. Όμως ο αισθανόμενος άνθρωπος που έχουμε μέσα μας, μας λέει ότι η ζωή δεν μπορεί να κατηγοριοποιείται και ότι είναι λάθος μια τέτοια διάκριση. Και ακόμα η προαίσθησή μας, συνεχώς μας στέλνει το μήνυμα ότι δεν είναι έτσι και ότι μπορούμε να αμφισβητήσουμε και να ξεμάθουμε την εμφυτευμένη προκατάληψη γιατί έχουμε την εμπειρία να αγαπάμε και να φροντίζουμε τα ζώα όπως κάνουμε με τα κατοικίδια. Και αν αυτό μπορούμε να το κάνουμε για κάποια ζώα, τότε κάλλιστα μπορούμε να το κάνουμε για όλα τα ζώα και να τα δούμε όλα πλέον σαν κατοικίδια.

Το ερώτημα του τίτλου λοιπόν περιμένει απάντηση με το χέρι στη καρδιά ώστε να σταματήσουμε να τρεφόμαστε ελαφρά τη καρδία. Αν το απαντήσουμε με ειλικρινή τρόπο, τότε έχουμε κάνει το σημαντικότερο βήμα για την μετάβαση σε έναν άλλο, πραγματικά δίκαιο κόσμο. Και αυτό είναι κάτι που οφείλουμε στους εαυτούς μας για να εναρμονίσουμε απόλυτα τις καλές μας προθέσεις με έναν τρόπο ζωής που επεκτείνει την δικαιοσύνη στα φυσικά της όρια: στο να αγκαλιάσει όλη τη ζωή. Και έτσι να δώσουμε οριστικά τέλος στην καρικατούρα του εγκλωβισμένου «φιλόζωου» που θα κάνει το παν για τον κατοικίδιο σύντροφό του, όμως ταυτόχρονα θα συνεχίσει αυτόματα να συντάσσεται με ένα σύστημα που μηχανικά αναπαράγει, μεγαλώνει και σφαγιάζει για το κρέας, το γάλα και τα αυγά, δισεκατομμύρια άλλα ζώα ως τροφή αυτού του τραγικά εγκλωβισμένου ανθρώπου. 

Όσο κι αν φαίνεται παράξενο εξαρτώμαστε από τα ζώα για να απελευθερωθούμε από την κατάρα της καταπίεσης που γυρνάει μπούμερανγκ και έχει κυριεύσει και την ανθρώπινη κοινωνία. Μια κοινωνία που παρακμάζει ραγδαία και η οποία αντανακλά ακριβώς όλα αυτά τα ολοκληρωτικά που επιβάλλουμε σε άλλους αισθανόμενους μόνο και μόνο επειδή κάποια σκευωρία μας έδωσε την απατηλή «διατροφική επιλογή» να αφαιρούμε δικαιώματα και ζωές με το ψευδές άλλοθι της τροφής (και έτσι να μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς αναστολές και τύψεις και κυρίως ατιμώρητα).

Γι αυτό τελικά το ερώτημα του τίτλου είναι υψίστης σημασίας και αναδεικνύεται στο κεντρικό, καίριο ερώτημα για την ατομική και κοινωνική εξέλιξη. Είναι ένα από κάθε άποψη λυτρωτικό ερώτημα το οποίο θα ανοίξει το δρόμο για κοσμογονικές αλλαγές και την ανατροπή της δυστοπίας που δημιουργήσαμε. Είναι το ερώτημα που βρίσκεται στη καρδιά της φιλοσοφίας της περιεκτικής δικαιοσύνης (veganism) η οποία μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε πόσο κενή και ανυπόστατη είναι η δήθεν επιλογή-παγίδα του να τρώμε ζώα (ουσιαστικά δεν υπάρχει αφού στην περίπτωσή μας έχουμε να κάνουμε με ένα φυτοφάγο πλάσμα που όταν τρέφεται με την λεηλασία της ζωής παύει να είναι ο εαυτός του και μεταλλάσσεται σε ένα αυτόματο της καταπίεσης). Είναι το ερώτημα-καταλύτης που έχει τη δύναμη και τη δυναμική να μας οδηγήσει στην επίγνωση και στην συνειδητοποίηση ώστε να συναντηθούμε και πάλι με τον πραγματικό μας εαυτό: τον αισθανόμενο άνθρωπο που φέρουμε μέσα μας.








02 June 2014

Το σόναρ σκοτώνει τα θαλάσσια θηλαστικά


 

Η πολιορκία και ο πόλεμος που υφίσταται η θαλάσσια ζωή είναι ανελέητη και εντεινόμενη. Μια πτυχή αυτού του πολέμου είναι η ηχορύπανση η οποία αποτελεί θανάσιμη απειλή για τις φάλαινες και τα άλλα θαλάσσια θηλαστικά. Συγκεκριμένα η χρήση στρατιωτικών σόναρ (με θόρυβο έως 240 ντεσιμπέλ) και των όπλων ήχου για την εξερεύνηση πετρελαίου προκαλούν το φαινόμενο του μαζικού εκβρασμού μεγάλων θηλαστικών στις ακτές και η ειδησεογραφία τέτοιων περιστατικών γίνεται όλο και πιο συχνή.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, ακόμα και 300 μίλια από την πηγή, αυτά τα ηχητικά κύματα μπορούν να διατηρούν ένταση 140 ντεσιμπέλ – ένα επίπεδο εκατό φορές πιο έντονο από αυτό που είναι γνωστό ότι μεταβάλλει τη συμπεριφορά των μεγάλων φαλαινών.



Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εκκωφαντικοί ήχοι βασανίζουν αφόρητα τα ζώα και τα οδηγούν σε μια κατάσταση αμόκ και πανικού για να διαφύγουν το επώδυνο αίσθημα με αποτέλεσμα να εκβράζονται στις ακτές. Τα ζώα που εξοκέλλουν έχουν υποστεί φυσικό τραύμα, αιμορραγία γύρω από τον εγκέφαλο, τα αυτιά και άλλους ιστούς και παρουσιάζουν μεγάλες φυσαλίδες στα όργανά τους και εμβολές στα αιμοφόρα αγγεία. Αυτά τα συμπτώματα είναι παρόμοια με μια σοβαρή περίπτωση της νόσου των δυτών λόγω αποσυμπίεσης η οποία μπορεί να σκοτώσει τους δύτες που ανέρχονται γρήγορα στην επιφάνεια από τα βαθιά νερά.

Η έξαρση του φαινομένου των εκβρασμών οδήγησε το 2004 στο πρώτο μορατόριουμ για σόναρ στις Καναρίους Νήσους και έκτοτε δεν έχουν ξανασημειωθεί εκεί περιστατικά όπου φάλαινες ή δελφίνια εξοκείλουν στις ακτές. Παρόλα αυτά το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ έχει εξασφαλίσει την άδεια να σκοτώσει ως «παράπλευρες απώλειες» στις ασκήσεις με σόναρ 33,5 εκατομμύρια φάλαινες, δελφίνια και άλλα θαλάσσια ζώα για τα επόμενα 5 χρόνια στο 80% των θαλασσών του πλανήτη.

Η προστασία της άγριας θαλάσσιας ζωής ποδοπατιέται με το πρόσχημα της «άμυνας» και της «εθνικής ασφάλειας» και από τις προγραμματισμένες ασκήσεις τα δελφίνια θα είναι τα είδη που θα επηρεαστούν περισσότερο, ακολουθούμενα από τις ραμφόστομες φάλαινες και τις όρκες.



Όμως η περίπτωση του σόναρ δεν είναι μια παραφωνία και μια ανωμαλία σε ένα κατά τα άλλα δίκαιο πλαίσιο σεβασμού της αξίας της ζωής. Βλέπουμε κάθε λογής ανωμαλία (πχ η υδρόλυση χημικών όπλων δυτικά της Κρήτης) να υλοποιείται σε πείσμα και κόντρα στο λαϊκό αίσθημα και αυτό να γίνεται ολοένα και πιο επιθετικά και προκλητικά σε μια συγκυρία όπου το πρόβλημα της καταστροφής του περιβάλλοντος εντείνεται δραματικά.

Γιατί αυτό που βλέπουμε είναι τελικά οι διάφορες εκφράσεις του ίδιου νοσηρού πράγματος: μιας γενικευμένης κουλτούρας η οποία γιγαντώνεται και κυριαρχεί, μια κουλτούρα του θανάτου που βλέπει τη ζωή (μη ανθρώπινη αλλά και ανθρώπινη) ως εχθρό και η οποία κατά απόλυτα τραγική ειρωνεία έχει εδραιωθεί στον μοναδικό γνωστό πλανήτη που δημιούργησε, φιλοξενεί και εξελίσσει τη ζωή.

Και το ακόμα πιο τραγικό είναι ότι το λαϊκό αίσθημα ενώ θέλει να αναχαιτίσει αυτή την κουλτούρα του θανάτου και να σταματήσει το κακό, όχι μόνο δεν μπορεί αλλά αντίθετα την ενδυναμώνει και την εδραιώνει μέσα από την ύπουλη μύηση σε έναν καταστροφικό τρόπο ζωής και ιδιαίτερα διατροφής. Έτσι ο σεβασμός της αξίας της ζωής ουσιαστικά παραμένει ένας «ευσεβής πόθος» που θα ξεχαστεί όταν έρθει η ώρα του επόμενου γεύματος που ζητά την απαξίωση και την λεηλασία της ζωής και μάλιστα όταν αυτό δεν είναι απαραίτητο για το ανθρώπινο είδος που έχει ανατομία φυτοφάγου.

Και επομένως καμία εκστρατεία του στυλ «Να σταματήσουν τα σόναρ», ή «Να μην γίνει η υδρόλυση των χημικών στη Μεσόγειο», ή οτιδήποτε άλλο δεν πρόκειται να αλλάξει το παραμικρό όταν την ίδια στιγμή αποδεχόμαστε να αδειάζουν οι ωκεανοί και οι θάλασσες από δισεκατομμύρια θαλάσσια ζώα κάθε χρόνο με το ψευδές πρόσχημα της τροφής. Και επίσης όταν αποδεχόμαστε τον παραλογισμό της επιβίωσης ενός φυτοφάγου πλάσματος με σάρκα, δηλαδή τροφή που είναι εκτός της διατροφικής μας αλυσίδας και ασύμβατη με την ανατομία μας.

Στην τρέχουσα συγκυρία η βασική βιολογική ανάγκη της τροφής έχει αλωθεί από την πλάνη μιας διατροφής που απαξιώνει τη ζωή και που είναι υπεύθυνη για τον αφανισμό του 98% των ζώων (της στεριάς και της θάλασσας) που θανατώνονται κάθε χρόνο. Εκεί λοιπόν εντοπίζεται το πεδίο δράσης για την αποκατάσταση της αξίας της ζωής και εκεί βρίσκεται η μεγάλη πρόκληση για το λαϊκό αίσθημα περί δικαίου: να ευθυγραμμιστεί για πάντα με έναν τρόπο ζωής περιεκτικής δικαιοσύνης (veganism) που σέβεται και τιμά την ζωή ως αξία. Γιατί μόνο μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο διασφαλίζονται έμπρακτα οι αξίες και τερματίζεται οριστικά η κάθε είδους ανωμαλία και εγκληματική συμπεριφορά που συμβαίνει προς τα άλλα αισθανόμενα όντα, τους ανθρώπους και το οικοσύστημα της Γης.