24 February 2011

Το πείραμα του Στάνλεϊ Μίλγκραμ – Η υπακοή στην εξουσία

Τον Ιούλιο του 1961, ο Αμερικανός ψυχολόγος Στάνλεϊ Μίλγκραμ (Stanley Milgram), πραγματοποίησε ένα πείραμα στο Πανεπιστήμιο του Γιέιλ των Ηνωμένων Πολιτειών, με σκοπό την μελέτη της αντίδρασης των ανθρώπων, όταν αυτοί καλούνται να εκτελέσουν εντολές κάποιας εξουσίας ή αυθεντίας, που έρχονται σε σύγκρουση όμως με την συνείδησή τους.

Το ηθικό ερώτημα, αν πρέπει κανείς να υπακούσει τις εντολές, όταν έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με την συνείδησή του, τέθηκε από τον Πλάτωνα, δραματοποιήθηκε στην «Αντιγόνη», και έχει υποστεί φιλοσοφική ανάλυση σε κάθε ιστορική εποχή. Συντηρητικοί φιλόσοφοι υποστήριξαν, πως η δομή της κοινωνίας απειλείται από την ανυπακοή, ακόμα κι όταν οι πράξεις που υποδεικνύουν οι αρχές είναι ύποπτες και επιλήψιμες. Από την άλλη, οι ανθρωπιστές τονίζουν την υπεροχή της ατομικής συνείδησης σε τέτοια θέματα, επιμένοντας ότι η ηθικές κρίσεις του ατόμου πρέπει να υπερισχύουν της αρχής, όταν αυτές βρίσκονται σε σύγκρουση.

Η αφορμή του πειράματος, ήταν η δίκη στην Ιερουσαλήμ, μόλις λίγους μήνες πριν, του Γερμανού εγκληματία πολέμου, Άντολφ Άιχμαν. Ο Μίλγκραμ επινόησε αυτή την ψυχολογική μελέτη για να απαντήσει στο ερώτημα: Είχαν ο Άιχμαν και οι συνεργοί του στο «Ολοκαύτωμα», αμοιβαία πρόθεση, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους στόχους του «Ολοκαυτώματος»; Με άλλα λόγια, υπήρχε αμοιβαία αίσθηση της ηθικής μεταξύ εκείνων που συμμετείχαν σ’ αυτό; Το πείραμα του Μίλγκραμ έτεινε να αποδείξει πως οι συνεργοί απλά εκτελούσαν τις εντολές, παρ’ ότι παραβίαζαν βαθύτατα τις ηθικές αρχές τους. Πως η υπακοή είναι ο ψυχολογικός μηχανισμός που συνδέει επιμέρους ενέργειες για πολιτικό ή άλλον σκοπό.

Ο Μίλγκραμ συγκέντρωσε μερικούς εθελοντές, μετά από αγγελία που δημοσίευσε, με πρόφαση την μελέτη της ανθρώπινης μνήμης. Οι εθελοντές πληρώθηκαν από 4 δολάρια για την συμμετοχή τους και ήταν ηλικίας μεταξύ 20 και 50 ετών, διαφόρων επαγγελμάτων και διάφορου μορφωτικού επιπέδου.

Ο κάθε εθελοντής, όταν προσέρχονταν στον χώρο του πειράματος, συναντούσε έναν άλλον εθελοντή, που υποτίθεται πως βρίσκονταν εκεί για το ίδιο πείραμα, ο οποίος όμως στην πραγματικότητα ήταν συνεργάτης του Μίλγκραμ. Οι ρόλοι που τους ανατίθονταν ήταν αυτοί του «εξεταστή» και του «εξεταζόμενου». Ο ρόλος που ήταν το ουσιαστικό αντικείμενο του πειράματος, ήταν αυτός του «εξεταστή» και θα έπρεπε να τον πάρει οπωσδήποτε ο ανυποψίαστος εθελοντής, με έναν τρόπο όμως που να φαίνεται τυχαίος και δίκαιος, έτσι ώστε να μην κινήσει καμμία υποψία του, ως προς την γνησιότητα του πειράματος. Έτσι γίνονταν μια στημένη κλήρωση με δυο διπλωμένα χαρτάκια, όπου υποτίθεται πως το ένα έγραφε «εξεταστής» και το άλλο «εξεταζόμενος». Έτσι ο καθένας θα έπαιρνε τον ρόλο που θα έγραφε το χαρτάκι που θα τραβούσε. Στην πραγματικότητα όμως, και τα δυο χαρτάκια έγραφαν «εξεταστής» κι έτσι ο εθελοντής έπαιρνε πάντα αυτόν τον ρόλο, ενώ ο συνεργάτης του Μίλγκραμ έλεγε ψευδώς (φυσικά) ότι το χαρτάκι του έγραφε «εξεταζόμενος».

Στην συνέχεια, τους χώριζαν και τους έβαζαν σε δυο διαφορετικά δωμάτια. Μπορούσαν να επικοινωνήσουν, αλλά δεν μπορούσαν να βλέπουν ο έναν τον άλλον. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, πως σε μια από τις εκδοχές τους πειράματος, ο «εξεταζόμενος» (δηλαδή ο συνεργάτης) ανάφερε στον «εξεταστή» (δηλαδή στον πραγματικό εθελοντή) σε ανύποπτο χρόνο και πριν γίνει η «κλήρωση», πως αντιμετώπιζε (δήθεν) καρδιακό πρόβλημα. Στο ίδιο δωμάτιο με τον «εξεταστή» καθόταν σ’ ένα γραφείο και ο υπεύθυνος του πειράματος.

Στον «εξεταστή» δόθηκε μια μικρή ηλεκτρογεννήτρια, η οποία υποτίθεται πως ήταν συνδεδεμένη με το χέρι του «εξεταζόμενου». Ακολούθως, ο πειραματιστής, έδωσε στον «εξεταστή» έναν κατάλογο με ζευγάρια λέξεων, η καθεμία από τις οποίες, είχες τέσσερις δυνατές απαντήσεις-συνδυασμούς. Ο «εξεταζόμενος», σε περίπτωση που απαντούσε λάθος, θα δεχόταν μια μικρή ηλεκτρική εκκένωση από τον «εξεταστή» (με τάση προσαύξησης 15 Volt για κάθε λανθασμένη απάντηση), αν όχι, θα προχωρούσαν στην επόμενη λέξη. Για να γίνει πιστευτό αυτό, ο «εξεταζόμενος» προσποιήθηκε δυσφορία όταν πληροφορήθηκε πως θα «τιμωρείται» με ένα μικρό «ηλεκτροσόκ», σε κάθε λανθασμένη απάντησή του, ενώ στον «εξεταστή» έγινε δοκιμαστικά μια πραγματική ηλεκτρική εκκένωση, μικρής ισχύος, αλλά ικανή να τον «ταρακουνήσει», για να έχει υπόψιν του το πως θα νιώθει ο «εξεταζόμενος», όταν θα «τιμωρούνταν».

Όταν ξεκίνησε η διαδικασία του πειράματος, η ηλεκτρογεννήτρια αποσυνδέθηκε από το χέρι του «εξεταζόμενου» και συνδέθηκε σ’ ένα μαγνητόφωνο, το οποίο αναπαρήγαγε προηχογραφημένους ήχους με κραυγές πόνου, αναλόγως με την ένταση του ρεύματος που υποτίθεται πως διαπερνούσε τον «εξεταζόμενο», κάθε φορά που πατούσε το πλήκτρο του «ηλεκτροσόκ» ο «εξεταστής». Μετά από μερικές «λανθασμένες» απαντήσεις κι ανάλογες ηλεκτρικές εκκενώσεις, αυξανόμενης εντάσεως, ο «εξεταζόμενος» άρχισε να διαμαρτύρεται, να κλαίει και να παραπονιέται για τα καρδιακά του προβλήματα, να χτυπά τον τοίχο που τον χώριζε από τον «εξεταστή» και στην συνέχεια σταματούσε ν’ απαντά, δίνοντας την εντύπωση πως δεν έχει τις αισθήσεις του. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, πως σύμφωνα με τους κανόνες του πειράματος, η μη απάντηση από μέρους του «εξεταζόμενου» σε κάποια ερώτηση, θεωρούνταν ως λάθος απάντηση και επομένως τιμωρούνταν με ηλεκτρική εκκένωση από τον «εξεταστή».

Σ’ αυτό το σημείο, πολλοί εθελοντές εξέφρασαν την επιθυμία τους να σταματήσουν το πείραμα και τον έλεγχο του «εξεταζόμενου». Κάποιοι άλλοι σταμάτησαν όταν η ένταση της ηλεκτρικής εκκένωσης είχε φτάσει στα 135 Volt και άρχισαν να ρωτούν για τον σκοπό του πειράματος. Μερικά άτομα, άρχισαν να γελούν νευρικά ή να εμφανίζουν άλλα συμπτώματα ακραίας πίεσης την στιγμή που άκουγαν τις κραυγές πόνου που προέρχονταν από τον «εξεταζόμενο». Οι περισσότεροι όμως συνέχισαν, αγνοώντας τις ικεσίες -ή και την σιωπή- του «εξεταζόμενου», έχοντας ήδη την διαβεβαίωση από τον πειραματιστή, πως δεν θα φέρουν καμμία ευθύνη για ό,τι κι αν συμβεί κατά την διάρκεια του πειράματος. Κάθε φορά που κάποιος «εξεταστής», εξέφραζε την επιθυμία να σταματήσει, ο πειραματιστής τού έδινε τέσσερις παραινέσεις, με την εξής σειρά:

1. Παρακαλώ συνεχίστε.
2. Το πείραμα απαιτεί να συνεχίσετε.
3. Είναι απολύτως σημαντικό να συνεχίσετε.
4. Δεν έχετε άλλη επιλογή· πρέπει να συνεχίσετε.

Αν ο εθελοντής επέμενε στην αποχώρησή του, μετά κι απ’ τις τέσσερις αυτές παραινέσεις, τότε το πείραμα διακόπτονταν. Διαφορετικά, συνεχίζονταν, μέχρι η ένταση της υποτιθέμενης ηλεκτρικής εκκένωσης να φτάσει το μέγιστο όριο των 450 Volt, για τρεις συνεχόμενες φορές.

Πριν την διεξαγωγή του πειράματος, ζητήθηκε η άποψη δεκατεσσάρων ψυχολόγων του πανεπιστημίου, για το ποιο θα ήταν κατά την γνώμη τους, το ποσοστό των εθελοντών που θα έφταναν μέχρι το τελικό και ανώτατο όριο ηλεκτρικής εκκένωσης των 450 Volt. Κατά μέσον όρο, εκτιμήθηκε ένα ποσοστό γύρω στα 3%. Τα αποτελέσματα όμως, τους διέψευσαν με εντυπωσιακό τρόπο. Σχεδόν το 65% των εθελοντών (26 από τους 40), συνέχισε μέχρι το τέλος, έστω και κάτω από καθεστώς έντονης ψυχολογικής πίεσης.

Τα πειράματα του Μίλγκραμ, προκάλεσαν αρκετές αρνητικές κριτικές και ενστάσεις, όσον αφορά την ηθική πλευρά του θέματος, λόγω της ψυχολογικής πίεσης που ασκήθηκε στους εθελοντές. Ένας απ’ τους εθελοντές που αποχώρησαν από το πείραμα, εβραϊκής καταγωγής (Joseph Dimow), υποστήριξε πως το έπραξε αυτό, όταν υποπτεύθηκε πως το πείραμα σχεδιάστηκε για να διαπιστωθεί αν οι απλοί Αμερικανοί θα υπάκουαν σε ανήθικες εντολές, όπως έπραξαν πολλοί Γερμανοί κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στον πρόλογο του βιβλίου του, «Υπακοή στην Εξουσία» (Obedience to Authority: An Experimental View, 1974), ο ίδιος ο Μίλγκραμ, ουσιαστικά επιβεβαιώνει τις υποψίες του αποχωρήσαντα εθελοντή, καθώς γράφει: «Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο υπάρχει οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα σε αυτά που έχουμε σπουδάσει στο επιστημονικό εργαστήριο και τις μορφές της υπακοής που τόσο αποδοκιμάστηκαν στη ναζιστική εποχή».

Ο Στάνλεϊ Μίλγκραμ, συνόψισε το συμπέρασμα της μελέτης του στο άρθρο «Οι κίνδυνοι της υπακοής» (The Perils of Obedience, 1974), ως εξής:

«Οι νομικές και φιλοσοφικές πτυχές της υπακοής έχουν τεράστια σημασία, αλλά λένε πολύ λίγα για το πως οι περισσότεροι άνθρωποι συμπεριφέρονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Έστησα ένα απλό πείραμα στο Πανεπιστήμιο Γιέιλ, για να διαπιστώσω πόσον πόνο θα μπορούσε να προκαλέσει ένας απλός πολίτης, σε ένα άλλο πρόσωπο, μόνο και μόνο, επειδή έτσι διατάχθηκε από έναν πειραματιστή επιστήμονα… Η εξαιρετική προθυμία των ενηλίκων ν’ ακολουθήσουν σχεδόν σε οποιοδήποτε μήκος τις εντολές της εξουσίας, αποτελεί το κύριο εύρημα της μελέτης και το γεγονός απαιτεί επειγόντως εξηγήσεις. Οι απλοί άνθρωποι, που κάνουν απλά τη εργασία τους, και χωρίς καμία ιδιαίτερη εχθρότητα από την πλευρά τους, μπορούν να μετατραπούν σε ενεργούς παράγοντες σε μια τρομερή καταστρεπτική διαδικασία. Επιπλέον, ακόμη και όταν τα καταστρεπτικά αποτελέσματα της εργασίας τους γίνονται απολύτως σαφή, και τους ζητείται να προβούν σε ενέργειες ασυμβίβαστες με θεμελιώδεις κανόνες της ηθικής, σχετικά λίγοι άνθρωποι έχουν τους πόρους που απαιτούνται για να αντισταθούν στην εξουσία».
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί, πως πειράματα, ανάλογα μ’ αυτά του Μίλγκραμ, πραγματοποιήθηκαν κι αργότερα, από άλλους επιστήμονες, με παρόμοια αποτελέσματα και σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα, με ακόμη υψηλότερα ποσοστά ολοκλήρωσης του πειράματος από πλευρά των εθελοντών.

...........................


Ακολουθεί ένα απόσπασμα από την επανάληψη του πειράματος του Milgram στη σειρά με θέμα "Πόσο βίαιοι είμαστε" της εκπομπής Horizon του BBC 2. Στο πρόγραμμα συμμετέχει ενεργά ο πρώην βουλευτής Michael Portillo.


 




06 February 2011

24/7


Κάθε στιγμή που περνάει αυτό το μεγαθήριο που λέγεται εκμετάλλευση των ζώων, καλά κρυμμένο από την δημόσια θέα (αλλά και κριτική), συνεχίζει ψυχρά και ανελέητα, σαν να έχει να κάνει με υλικά αντικείμενα, να καταστρέφει εκατοντάδες χιλιάδες ζωές κάθε λεπτό, 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, 7 μέρες την εβδομάδα.

Εκατομμύρια εγκαταστάσεις(στατικές όπως βιομηχανικές φάρμες, εργαστήρια πειραμάτων, κλπ και κινητές όπως αλιευτικοί στόλοι και πλοία) ανά την υφήλιο συνιστούν το πρακτικό σκέλος αυτής της γιγαντιαίας επιχείρησης κατά της ζωής και εκατομμύρια άνθρωποι εμπλέκονται ως εργαζόμενοι σε αυτήν.

Επίσημη δικαιολογία για όλο αυτό είναι η κάλυψη της «αγοράς», γι αυτό και το μεγαθήριο που συνθλίβει ζωές εργάζεται ασταμάτητα για να γεμίσουν τα ράφια, τα ψυγεία, οι βιτρίνες και οι προθήκες με τα επεξεργασμένα υπολείμματα των ζώων, τα οποία πριν από την φρικαλέα επιδρομή του ανθρώπου αποτελούσαν τα σώματά τους και συνιστούσαν την οντότητα ενός αισθανόμενου, έμβιου πλάσματος.

Κι ενώ αυτή η πραγματικότητα παραμένει αθέατη για την μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων, ο κύκλος της εκμετάλλευσης των ζώων (τεχνητή αναπαραγωγή και ένταξη σε ένα καθεστώς ανελευθερίας και δουλείας, καταναγκασμός στην καταπίεση, στην κακοποίηση και στην κάθε μορφής βία, και τελικά εν ψυχρώ δολοφονία) τρέχει ανεξέλεγκτος, αφού επιταχύνεται όλο και περισσότερο, συμπαρασύροντας μέσα του όλο και περισσότερες ζωές. 


Αυτό το θέμα πότε θα το αγγίξουμε;

Πέρα από το γεγονός ότι είμαστε πολυάσχολοι με πάρα πολλά θέματα, η αλήθεια είναι ότι το συγκεκριμένο θέμα δεν μας απασχολεί ανάλογα με την σημασία του και τον αντίκτυπό του.

Δεν το θεωρούμε καν άξιο της προσοχής μας: να ασχοληθούμε με το τι συμβαίνει στα ζώα και από που προέρχονται τα καταναλωτικά μας «αγαθά», όπως τρόφιμα και ρούχα, απορρυπαντικά, καλλυντικά και πάρα πολλά άλλα καθημερινά πράγματα.

Ο προγραμματισμός που δέχεται η σκέψη μας, μας κρατά απασχολημένους με χίλια δυο άλλα θέματα ήσσονος σημασίας τα οποία όμως μέσω της υπέρτατης προβολής τους καταφέρνουν τελικά να κυριαρχούν το ενδιαφέρον μας και την προσοχή μας.

Οι έχοντες την δυνατότητα να επηρεάσουν την σκέψη μας προσπαθούν να μας στρέψουν σε αναζητήσεις ως επί το πλείστον άνευ νοήματος και χωρίς ρίσκο για το σύστημα της καταπίεσης. Πρέπει να νομίζουμε ότι ζούμε σε μια τέλεια πραγματικότητα και εάν πάλι αντιληφθούμε ότι κάτι δεν πάει καλά, δεν πρέπει επ’ ουδενί να φτάσουμε στην ρίζα του κακού αλλά να παραμένουμε σε κάποιο ασήμαντο παρακλάδι του και να ασχολούμαστε με αυτό.

Η τακτική είναι γνωστή: απόσπαση της προσοχής και αποσιώπηση. Κάτι που μένει στο σκοτάδι δεν έχει και πολλές πιθανότητες να τύχει της ευρύτερης προσοχής και να αντιμετωπιστεί ή να επιλυθεί δίκαια. Και όταν και εάν έρθει η στιγμή της προβολής του, τότε πάλι επιστρατεύεται η κατάλληλα διαστρεβλωμένη και μεροληπτική παρουσίασή του.

Έτσι το ζήτημα της εκμετάλλευσης των ζώων ενώ αγγίζει την ζωή όλων* μας μέσω της καθημερινής συμμετοχής μας σε αυτήν( διατροφή, ένδυση, καθαριότητα, ψυχαγωγία, κλπ) δεν αγγίζει όμως την σκέψη της πλειοψηφίας από εμάς αφού έχει καταντήσει ένα σχεδόν αυτόματο αντανακλαστικό. Και εάν την αγγίξει σε κάποιες φευγαλέες στιγμές απορίας, αμφιβολίας, ή αυτοκριτικής, σύντομα απορρίπτεται ως ζήτημα άνευ σημασίας από την τρέχουσα κουλτούρα (Στερεότυπο ερώτημα: Με τα ζώα θα ασχολούμαστε;)  και παραπέμπεται ξανά στα άδυτα του μυαλού.


Ένα ζήτημα κλειδί για τις μελλοντικές εξελίξεις

Παρόλα αυτά πρόκειται για το μέγιστο θέμα που θα έπρεπε να μας απασχολεί και μάλιστα θα έπρεπε να μας έχει απασχολήσει πολύ πριν διογκωθεί στην σημερινή του έκταση.

Είναι το καίριο ζήτημα και αυτό δεν είναι καν δική μου διαπίστωση αλλά έχει πολύ διορατικά τεθεί από τα πιο φωτεινά ίσως μυαλά που πέρασαν από αυτόν τον πλανήτη. Είναι άνθρωποι που διέπρεψαν σε πνευματική δημιουργία και όχι σε μπίζνες και γι αυτόν επιπρόσθετα τον λόγο η σκέψη τους και η γνώμη τους μετράει ακόμη πιο πολύ.

Κατά αυτούς λοιπόν, το ζήτημα της συμπεριφοράς μας προς τα ζώα έχει να κάνει με την ουσία της ύπαρξής μας, με τον τρόπο που βλέπουμε την ζωή και τι είδους σχέση θα έχουμε με τα άλλα αισθανόμενα όντα: συμβιωτική ή εχθρική.

Είναι λοιπόν το καίριο ζήτημα γιατί θέτει τον παλμό όλης της ζωής σήμερα στην Γη. Με άλλα λόγια, «χορεύει» ολόκληρο τον πλανήτη στον ρυθμό της εκμετάλλευσης και συνεπώς ανάγεται στον κεντρικό, βασικό σύμμαχο του τρέχοντος οικονομικοπολιτικού συστήματος, το οποίο εξυπηρετεί και γι αυτό φυσικά επιδοτείται αδρά από αυτό. Δεν υπάρχει σήμερα πιο αποτελεσματικό εργαλείο ύπουλης επιρροής και διαμόρφωσης της συνείδησης από την εκμετάλλευση των ζώων αφού έρχεται να δικαιολογήσει γενικά την εκμετάλλευση ως αντίληψη αλλά και ως μια πρακτική που είναι ολοφάνερα άδικη και παράλογη.

Πράγματι, είναι μεγάλο λάθος να πιστεύουμε ότι η εκμετάλλευση των ζώων υπάρχει για να καλύπτει τις ανάγκες των ανθρώπων – υπάρχει για να καλύπτει τις ανάγκες του συστήματος, δηλαδή για να προετοιμάζονται ιδεολογικά και να εθίζονται οι κοινωνίες στην αδικία, στην εκμετάλλευση, στην αντίληψη «ο θάνατος σου είναι η ζωή μου», τα οποία είναι τα βασικά, ζωτικά συστατικά της τρέχουσας οικονομικοπολιτικής δομής. Έτσι πχ η κτηνοτροφία ουσιαστικά υπάρχει για να παράγει τον ιμπεριαλισμό και τον φόνο, την αντίληψη δηλαδή της αυθαίρετης και αδικαιολόγητης παρέμβασης και επέμβασης στην ζωή του άλλου και όχι όπως φαίνεται σε πρώτο επίπεδο για να παράγει τροφή.

Η εκμετάλλευση των ζώων υπάρχει για να διαστρεβλώνει και να καταργεί μια σειρά από φυσικούς νόμους με πιο βασικό και υπέρτατο αυτόν της ελευθερίας, αφού κάθε πλάσμα στη Φύση δημιουργείται ελεύθερο και ζει ελεύθερο, χωρίς κάποιο άλλο πλάσμα να έχει εξουσία πάνω του.

Ένας ακόμη σημαντικός νόμος είναι η διατροφή με βάση την φυσιολογία κάθε οργανισμού και η τροφική του αλυσίδα. Είναι κατάντια για την εποχή μας, που είναι τόσο εξελιγμένη επιστημονικά να μην υπάρχει επίσημα οριστική, καθολικά αποδεκτή απάντηση για το πιο απλό πράγμα και αυτό που κάθε πλάσμα γνωρίζει ενστικτωδώς: για το εάν δηλαδή  ο άνθρωπος έχει φυσιολογία σαρκοφάγου, φυτοφάγου ή παμφάγου.

Είναι λυπηρό και συνάμα ενδεικτικό της κατευθυνόμενης σύγχυσης και προπαγάνδας, το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τελικά τι φυσιολογία έχουν και αντιλαμβάνονται την διατροφή τους ως ένα υποκειμενικό θέμα με βάση τις υπάρχουσες επιλογές της «αγοράς» και όχι με βάση τις προδιαγραφές του οργανισμού τους. Αυτό ισοδυναμεί με το να προσπαθείς να αναπνεύσεις με νερό, ενώ είσαι φτιαγμένος να αναπνέεις αέρα.

Εδώ έγκειται η επιτυχία του καπιταλισμού, ως το πιο εξελιγμένο εκμεταλλευτικό σύστημα που γνώρισε η ανθρωπότητα, να καταφέρνει την ομογενοποίηση των αντιλήψεων και άρα της συμπεριφοράς του μεγαλύτερου ποσοστού των ανθρώπων και έτσι την διασφάλιση των προβλεπόμενων αντανακλαστικών τους σε κάθε περίσταση.

Ήδη το είδος μας, ως είδος με πλήρη γνώση, αίσθηση και αντίληψη του πόνου, έχει «ομογενοποιηθεί» και διαβεί τον Ρουβικώνα της λογικής και του δικαίου με το να θεωρεί τα άλλα ζώα από αισθανόμενα όντα ως αντικείμενα βιομηχανίας, έρευνας, επιστήμης, διατροφής, ψυχαγωγίας, ή ότι άλλο.

Με Δούρειο Ίππο την εκμετάλλευση των ζώων, ο άνθρωπος στο επίκεντρο της εκμετάλλευσης

Όμως αυτή η αποδοχή των όσων συμβαίνουν στα ζώα στήριξε και στηρίζει τα κάθε λογής εκμεταλλευτικά καθεστώτα και συστήματα και τα ανήγαγε σε απόλυτους και ελέω θεού άρχοντες του πλανήτη Γη και του ευρύτερου οικοσυστήματός του.

Μέσω της εκμετάλλευσης των ζώων μπορούν και εξυπηρετούνται τα ιμπεριαλιστικά και κυριαρχικά σχέδια του τρέχοντος οικονομικοπολιτικού συστήματος, ενώ ταυτόχρονα με καταιγιστικό ρυθμό μας επιβάλλεται κάθε νοσηρότητα σε κάθε τομέα της ζωής μας: στην πολιτική ο ολοκληρωτισμός, στην διατροφή τα επεξεργασμένα και τα μεταλλαγμένα, στην υγεία τα τοξικά φάρμακα και εμβόλια, στο περιβάλλον η μόλυνση και η καταστροφή.

Ο μέσος άνθρωπος αρχίζει πλέον να κατανοεί ότι δέχεται ανάλογη επίθεση και ανάλογη μεταχείριση με αυτήν που υφίστανται τα μη ανθρώπινα ζώα. Όπως τα ζώα έχει έντεχνα καλλιεργηθεί να θεωρούνται η τελευταία «τάξη» και το «προλεταριάτο» στο οποίο ξεσπά όλη η καταπίεση της «ανώτερης» τάξης των ανθρώπων, έτσι και στην ανθρώπινη κοινωνία η συντριπτική πλειοψηφία γίνεται αποδέκτης της καταπίεσης μιας «ανώτερης» ομάδας λίγων ισχυρών.

Αρχίζει σιγά σιγά να γίνεται αντιληπτό ότι η στήριξη της εκμετάλλευσης φέρνει συνολική εκμετάλλευση και η απαξίωση της ζωής κάποιων, απαξιώνει γενικά την ζωή.

Η κοινή προέλευση της καταπίεσης γίνεται και αυτή φανερή και έρχεται η επίγνωση ότι τα δύο αυτά φαινομενικά ξεκομμένα ζητήματα είναι άκρως αλληλένδετα και αλληλοεξαρτώμενα και συνεπώς το χτύπημα της εκμετάλλευσης των ζώων θα φέρει και το χτύπημα αντίστοιχα της εκμετάλλευσης των ανθρώπων, αφού στόχος τελικά είναι η ίδια η αντίληψη της εκμετάλλευσης.

Τέλος στα δύο μέτρα και δύο σταθμά

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αρχίζει όλο και πιο συχνά να μπαίνει το ερώτημα γιατί τα ζώα να υφίστανται μια τέτοια μεταχείριση και γίνεται πλέον όλο και πιο φανερό ότι δύο μέτρα και δύο σταθμά δεν μπορούν να υπάρξουν, ούτε τεχνητές διαιρέσεις και αντίστοιχες εξουσίες κάποιων εις βάρος κάποιων άλλων, αλλά όπως τελικά φαίνεται να καταλαβαίνουμε με τραγικό τρόπο, οφείλουμε να ζήσουμε με μια γενικευμένη συμπεριφορά αξιών.

Γιατί να υψώνουμε ένα τείχος μεταξύ των ζώων και των ανθρώπων ενώ, πέρα του ότι είναι το ενδεδειγμένο και το δίκαιο, είναι απόλυτα εφικτό να ζούμε χωρίς να παρεμβαίνουμε καθ’ οιανδήποτε τρόπο στη ζωή τους;

Είναι κατάντια να έχουμε ανθρώπους να δολοφονούν ζώα, να διαμελίζουν πτώματα, να συσκευάζουν τα τεμαχισμένα μέλη, να τα μεταφέρουν, να τα ξεφορτώνουν, να τα εκθέτουν ως προϊόντα, να τα εμπορεύονται, να τα αγοράζουν και να τα καταναλώνουν.

Όλος ο κύκλος είναι φαύλος και νοσηρός και δεν είναι τίποτε άλλο παρά επιβράβευση της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης για όποιον βρεθεί σε υποδεέστερη θέση, με άλλα λόγια για όποιον μπορούμε να τον εκμεταλλευτούμε.

Αυτό το δεδομένο(τα ζώα ως αντικείμενα εκμετάλλευσης), αυτό το de facto πρέπει να το ξαναδούμε αντικειμενικά και να το αλλάξουμε σε ένα άλλο de facto αυτό της μη εκμετάλλευσης γιατί ο τρόπος που απαντάται το συγκεκριμένο ζήτημα θα καθορίσει τελικά σε τι κόσμο και τι πλανήτη θα ζούμε: πολύ σχηματικά ένα πλανήτη βίας και υποδούλωσης ή ειρήνης προς την υπόλοιπη ζωή και όπου όλοι του οι κάτοικοι θα είναι ελεύθεροι.

.....................

* Ο veganism είναι το αποφασιστικό βήμα ενάντια στην εκμετάλλευση των ζώων και όποιος τον εφαρμόζει, εξαλείφει αμέσως το μεγαλύτερο ποσοστό της μέσω της ανάλογης διατροφής, ένδυσης, κλπ που δεν περιέχουν τίποτε το ζωικό. Ακόμη όμως και ως βίγκαν εξακολουθούμε να συμμετέχουμε στην εκμετάλλευση των ζώων, αν και σε συντριπτικά μικρότερο βαθμό σε σχέση με κάποιον μη βίγκαν (πχ διαβάζοντας βιβλία και περιοδικά στην βιβλιοδεσία των οποίων χρησιμοποιείται κόλλα με ζωικά συστατικά, ή οδηγώντας από ποδήλατο μέχρι αυτοκίνητο ή χρησιμοποιώντας δημόσια μέσα μετακίνησης, τα ελαστικά των οποίων περιέχουν ζωικά συστατικά, κλπ) γιατί στην σημερινή διαμορφωμένη πραγματικότητα του καπιταλισμού είναι πρακτικά αδύνατη η 100% αποφυγή της εκμετάλλευσης (Μην ξεχνάμε ότι κυκλοφορούν πάνω από 11 χιλιάδες ζωικά συστατικά σε διάφορα προϊόντα). Εξάλλου ο veganism είναι μια διαδικασία, στην πορεία της οποίας βρίσκουμε ή διαμορφώνουμε τις εναλλακτικές και κατακτάμε τα τελικά στάδια μέχρι να προσεγγίσουμε το 100%.