Τώρα πια καταλαβαίνουμε την εξαπάτηση. Πορευόμασταν συνεχώς και ιδιαίτερα
τις τελευταίες δεκαετίες με λάθος οδηγίες από ένα κακόβουλο σύστημα που ήθελε
τελικά να μας ρίξει στο σημερινό τέλμα - ένα βήμα πριν την ολοκληρωτική δουλεία
και την αφαίρεση κάθε ελευθερίας.
Μέσα από τις επιβεβλημένες συνήθειες (και πρώτα απ΄ όλα στη διατροφή) μας
έβαλε να παίζουμε το μακάβριο παιχνίδι της καταπίεσης της αισθανόμενης ζωής και
να συμμετέχουμε σε μια κουλτούρα του θανάτου που εκ πρώτης όψεως έχει να κάνει
μόνο με τον θάνατο των άλλων (των μη ανθρώπινων ζώων), αλλά όμως τώρα που οι
μάσκες έχουν βγει, φαίνεται καθαρά ότι προδιαγράφει και το δικό μας τέλος.
Εδώ που έχουμε φτάσει κατανοούμε ότι δεν είναι δυνατό να ξεμπερδέψουμε με
ψευδεπίγραφες, ρηχές προσεγγίσεις, με επιδερμικά μπαλώματα και ημίμετρα. Δεν
μπορούμε να κρυβόμαστε άλλο πίσω από το δάχτυλό μας και τα γνωστά άλλοθι τα
οποία κατά βάθος αντιλαμβανόμαστε ότι είναι διάτρητα. Αν συνεχίσουμε έτσι θα είναι
σαν να γυρνάμε γύρω γύρω κάνοντας την ίδια τραγική ρουτίνα, το ίδιο ανούσιο
τυπικό που μάθαμε να αποκαλούμε «τροφή» («ένδυση ή όποια άλλη ανάγκη) μόνο και
μόνο για να «τιμήσουμε» μια βαρβαρότητα και έναν παραλογισμό, ενώ την ίδια
στιγμή θα απαξιώνουμε πανηγυρικά και συνεχώς την αξία της ζωής μέσα στο ίδιο
της το λίκνο: στον μοναδικό γνωστό στο σύμπαν πλανήτη της αισθανόμενης ζωής. Και
κάθε φορά που θα γίνεται αυτός ο μακάβριος κύκλος, θα επαναλαμβάνεται σαν μια όλο
και πιο έντονα τραγική φάρσα και συνολικά θα βουλιάζουμε όλο και πιο κάτω.
Δεν μπορούμε να πάμε πουθενά στα τυφλά, όπως δεν μπορούμε να πάμε πουθενά
με το τρέχον σκεπτικό. Έτσι δεν υπάρχει διέξοδος. Γι αυτό αυτή τη φορά πρέπει
να πάμε στο βάθος και στην ουσία. Πρέπει με θάρρος να κοιταχτούμε στον καθρέφτη
και να κάνουμε έναν ειλικρινή, συνολικό απολογισμό αφήνοντας πίσω μας τον
αρνητικό προγραμματισμό που κουβαλάμε από το παρελθόν. Το προσβλητικό για τον
αισθανόμενο άνθρωπο σκηνικό του χτες δεν
έχει θέση στο σήμερα και στο αύριο. Οι αντιλήψεις που μας έριξαν στο τέλμα, δεν
μπορούν να μας βγάλουν από αυτό. Οι διαθέσιμες επιλογές ενώνονται σε ένα και
μοναδικό δίλημμα: ή συνολική ρήξη με το σύστημα που απαξιώνει τη ζωή ή τέλος.
Η ρήξη σημαίνει ότι ένας άλλος, κρυμμένος εαυτός αναδύεται από μέσα μας
αφού το δυναμικό υπάρχει ήδη εκεί. Γιατί αν ήμασταν ικανοί για τόσο κακό,
είμαστε εξίσου ικανοί και για αντίστοιχο καλό. Αν μπορούσαμε να δείχνουμε τόση
αδιαφορία για την αισθανόμενη ζωή, μπορούμε επίσης να δείξουμε αμέριστο
ενδιαφέρον. Αν μπορούσαμε να είμαστε τόσο αποστασιοποιημένοι και αποσυνδεμένοι,
μπορούμε επίσης να είμαστε συνειδητά και πλήρως συνδεμένοι με το γίγνεσθαι
αυτού του μοναδικού οικοσυστήματος που δημιουργεί και φιλοξενεί την ζωή.
Είμαστε ότι μας επηρεάζει, ότι μας προγραμματίζει. Και για τα τελευταία 10
χιλιάδες χρόνια μας προγραμματίζει ένα ανώμαλο και κακόβουλο σύστημα της
καταπίεσης (ως άμεσο δημιούργημα της «εξημέρωσης» των ζώων) και είναι επόμενο
να έχουμε φτάσει σε μια τέτοια μετάλλαξη της πραγματικής ανθρώπινης φύσης. Έχουμε
καταλήξει σε μια φάση όπου υπάρχει πολλή σύγχυση και άγνοια, και γι αυτό πολλή
μεροληψία και διάκριση, πολλή αποξένωση και απάθεια, αποσύνδεση και αδιαφορία. Όλα
τα αρνητικά είναι στο μάξιμουμ ενώ δεν θα έπρεπε καν να υπάρχουν. Δεν έχουν
λόγο να υπάρχουν. Μόνο ένας αρρωστημένος και ευνουχισμένος νους θα τα ανεχόταν.
Όμως ο συλλογικός νους ασθενεί και αδυνατεί να δει το αυτονόητο: ότι αν ο κάθε
άνθρωπος (ο οποίος χωρίς δεύτερη ίσως σκέψη έχει συμμορφωθεί σε μια
επιβεβλημένη διατροφή από την λεηλασία της ζωής των μη ανθρώπινων ζώων) είχε
την ατυχία να γεννηθεί ένα από αυτά τα ζώα, θα είχε μια τέτοια, αυθαίρετα
καταπιεστική αντιμετώπιση.
Και έτσι συνεχίζουμε να συμμετέχουμε στην αδικία συγκαλύπτοντας της ως «τροφή»,
ενώ ταυτόχρονα όλο και αποξενωνόμαστε από την σοφία του μητρικού οικοσυστήματος
που μας επιτρέπει να υπάρχουμε και να ζούμε. Παρόλα αυτά το καίριο ερώτημα είναι
πάντα παρόν και περιμένει απάντηση: ποιοι είμαστε τελικά και που ανήκουμε;
Ανήκουμε στις ψυχρές, αποκομμένες, διχαστικές αντιλήψεις που υπηρετούμε μέσα
από τον προγραμματισμένο τρόπο ζωής μας ή στις αξίες και στους νόμους του μητρικού
οικοσυστήματος του πλανήτη της ζωής;
Ο κάθε ένας από εμάς (ως φορέας αισθανόμενης ζωής) είναι υπεύθυνος και
υπόλογος μόνο απέναντι στη ζωή. Στον φυσικό πραγματικό κόσμο θα κάνει τον
απολογισμό του, εκεί θα δείξει την πίστη του και την αφοσίωση του και όχι στον
αυθαίρετο, πλασματικό και ανήθικο κόσμο του τρέχοντος συστήματος της
καταπίεσης. Γιατί η ηθική είναι θέμα της φύσης και προϋπάρχει στην φυσιολογία
μας. Είμαστε προικισμένοι με ένα σώμα που κουβαλάει την ηθική του (αυτή του
ειρηνικού φυτοφάγου πλάσματος) και κατά συνέπεια είμαστε προγραμματισμένοι από
αυτήν.
Η μόνη ελπίδα εξόδου από την ύπουλη υποδούλωσή μας μέσω της τροφής βρίσκεται
στην συνειδητοποίηση του τι κάνουμε και πως συμπεριφερόμαστε στα άλλα
αισθανόμενα όντα. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να ξαναγίνουμε άνθρωποι και να
ξαναβρούμε την ισορροπία και την θέση μας στον κόσμο και στο οικοσύστημα της
Γης που τώρα αντιλαμβανόμαστε εντελώς λανθασμένα.
Και στην μετάβαση αυτή τίποτα δεν μας λείπει περισσότερο από την ορμή μιας
απελευθερωτικής ιδέας που θα σαρώσει το νέφος του μυαλού και θα ξελαμπικάρει το
τοπίο μπροστά μας: το πως καταντήσαμε έναν κόσμο της ζωής σε πεδίο σφαγής και
έρημη χώρα. Η συγκυρία απελπιστικά απαιτεί μια τέτοια συγκλονιστική ιδέα που ως
ριπή ανέμου θα γκρεμίσει τα αυθαίρετα σχήματα του μυαλού και θα γίνει η
έμπνευση που θα κατευθύνει στην ανατροπή του σκηνικού της μιζέριας. Χωρίς αυτήν
δεν μπορούμε να βγούμε από το τέλμα.
Χρειάζεται να συγκλονιστούμε, όχι μόνο για να σωθούμε και να σώσουμε ότι
σώζεται αλλά πρώτιστα γιατί αυτό είναι το δίκαιο που οφείλουμε και χρωστάμε τόσο
στα μη ανθρώπινα ζώα αλλά επίσης και στον εαυτό μας. Κάθε συνείδηση χρειάζεται
να συγκλονιστεί από την επίγνωση του τι σημαίνει η καθημερινή μας πράξη της τροφής
και μέσα από αυτή την επίγνωση να αναδυθεί η νέα μας ταυτότητα. Μόνο αυτή η
δυνατή, απελευθερωτική ιδέα μπορεί να μας δείξει την διέξοδο από το σημερινό
χάος και να ξαναφέρει τη τάξη αποκαθιστώντας την φυσική ροή της ελευθερίας και της
αειφορίας στο μητρικό οικοσύστημα.
Αυτή η ιδέα υπάρχει
Είναι η ιδέα της περιεκτικής δικαιοσύνης (veganism) η οποία ξεκινώντας από την τροφή μας - γιατί
στην συγκυρία μας εκεί εντοπίζεται η μέγιστη καταπίεση - διαχέεται σε κάθε
πτυχή της ζωής μας και μπορεί να μας μεταμορφώσει στο ατομικό επίπεδο φέρνοντας
ξανά στο προσκήνιο τον αισθανόμενο άνθρωπο.
Εξ ορισμού η ιδέα της δικαιοσύνης είναι συγκλονιστική: η κατανόηση ότι
μπορούμε να ζήσουμε δίκαια χωρίς να αδικούνται και να υποφέρουν άλλοι, η ιδέα
ότι μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο όχι απλώς καλύτερο αλλά ιδανικό. Όταν τώρα
αυτή η ιδέα γίνεται πράξη στην πιο βασική μας βιολογική ανάγκη, μέσα από μια
διατροφή που σέβεται την αξία της ζωής των μη ανθρώπινων ζώων, τότε η
δικαιοσύνη αποκτά την πλήρη δυναμική της να μας μεταμορφώσει στο συλλογικό
επίπεδο αλλάζοντας την εικόνα αυτού του κόσμου.
Ανέκαθεν έχουν υπάρξει οι προϋποθέσεις για να ζήσουμε με αυτό τον τρόπο:
υπάρχει η φυσιολογία μας που υποστηρίζει μια τέτοια μεταβολή, η οποία
ουσιαστικά είναι η επανευθυγράμμιση με το φυσικό μας πρότυπο ενώ το γενεσιουργό
οικοσύστημα είναι εδώ για να επικροτήσει και να στηρίξει την απόφασή μας. Και σήμερα
πολύ περισσότερο από ποτέ έχουμε την δυνατότητα να μην υποφέρει κανείς και
κανένα αισθανόμενο πλάσμα, αν φυσικά το επιλέξουμε.
Παρόλα αυτά το τραγικό παράδοξο είναι ότι σήμερα υποφέρουν όλο και
περισσότεροι. Ο τρέχων τρόπος ζωής μας με τις επιβεβλημένες συνήθειες του συνεχώς
οξύνει αντί να επιλύει το θέμα της καταπίεσης και της απαξίωσης της
αισθανόμενης ζωής. Αυτός ο τρόπος ζωής είναι η μεγάλη μας φυλακή. Γι αυτό και μόλις
βγούμε από την φυλακή των καθημερινών αυτών συνήθειων, ιδιαίτερα στην διατροφή
που είναι και το πρωτεύον ζήτημα, αμέσως νοιώθουμε έντονα την αίσθηση της
πραγματικής ελευθερίας.
Η δικαιοσύνη στην τροφή έχει την δυναμική μιας ενωτικής φιλοσοφίας που μπορεί
να μας επανασυνδέσει και να μας επανεντάξει εκεί όπου πάντα ανήκαμε. Και αυτή η
φιλοσοφία ξεκινάει από μια βασική επισήμανση: όλη αυτή η συμπεριφορά που
επιδεικνύουμε είναι ουσιαστικά μια κατάσταση «εκτός εαυτού». Δεν είναι η
καταπίεση η πραγματική μας φύση. Είναι το αποτέλεσμα των τελευταίων χιλιετιών
δυσεκπαίδευσης που πρέπει να ξεμάθουμε για να βρούμε τον πραγματικό μας εαυτό:
αυτόν που οριστικά πλέον αποστασιοποιείται από την προσφιλή σήμερα τακτική του
να δικαιολογούμε το άδικο και το αδικαιολόγητο.
Γιατί τρώμε ζώα; Γιατί ντυνόμαστε με το δέρμα τους ή τη γούνα τους; Γιατί
πειραματιζόμαστε με αυτά; Γιατί τα κυνηγάμε; Γιατί καλύπτουμε κάθε ανάγκη μας
με την καταπίεση και την εκμετάλλευσή τους;
Όχι πάντως επειδή είναι αναγκαίο ή ζήτημα επιβίωσης ή υγείας. Αυτό είναι
κάτι που γίνεται άμεσα σαφές όταν δούμε συνολικά τον ζήτημα της τροφής μέσα από
το πρίσμα της δικαιοσύνης: όλο αυτό το κακό δεν γίνεται για να καλυφτεί καμία
μας ανάγκη.
Η καταπίεση των ζώων ακυρώνει τον αισθανόμενο άνθρωπο και είναι μάταιο να
περιμένουμε από αυτήν να μας θρέψει ή να μας καλύψει όποια άλλη ανάγκη, πόσο
μάλλον να μας προσφέρει οτιδήποτε θετικό. Ο πραγματικός λόγος που υπάρχει είναι
για να συντηρείται ο ιδεολογικός πυλώνας του συστήματος της καταπίεσης: η
αντίληψη της καταπίεσης του άλλου, πρώτα των μη ανθρώπινων ζώων και κατ’
επέκταση των ανθρώπων. Χωρίς την αποδοχή αυτής της αντίληψης, του ότι μπορώ να
ρημάζω, να λεηλατώ, να εκμηδενίζω την αξία της ζωής, δεν είναι δυνατή η ύπαρξη
αυτού του ανώμαλου συστήματος. Και στην στρατηγική του τα ζώα χρησιμοποιούνται
ως τα πρώτα εξιλαστήρια θύματα, ως η «πρώτη ύλη» ώστε να διευκολύνεται η
ιδεολογική δυσεκπαίδευση των ανθρώπων για την αποδοχή και της δικής τους
καταπίεσης.
Στην τροφή λοιπόν εντοπίζεται η ρίζα του προβλήματος και εκεί είναι πλέον
όπου ο «βασιλιάς ξεγυμνώνεται» εντυπωσιακά για να μας αποκαλύψει ότι ο
πολιτισμός δεν συμβαδίζει με την καταπίεση της ζωής των άλλων αισθανόμενων
(πρώτιστα των ζώων που είναι οι αποδέκτες συνολικά της καταπίεσης). Και η
αποκάλυψη αυτή μας οδηγεί στο αυτονόητο και στην μεγάλη αλήθεια: ότι η τροφή
είναι δικαιοσύνη, που σημαίνει ότι είναι μάταιο να διεκδικώ δικαιοσύνη για τον
άνθρωπο όταν την ίδια στιγμή την απαξιώνω και την ακυρώνω, στερώντας την από τα
μη ανθρώπινα ζώα. Έτσι η δικαιοσύνη στη τροφή
γίνεται το αυτονόητο και το προαπαιτούμενο. Είναι η θρυαλλίδα που μας μεταφέρει
στην απλή αλλά δυνατή και απελευθερωτική ιδέα της περιεκτικής δικαιοσύνης (veganism) η οποία μας δίνει την δυνατότητα να
ζήσουμε την ουτοπία - αυτό που τώρα μας φαίνεται ανέφικτο: την επανασύνδεση και
την συμφιλίωση με το κόσμο μας.