Πολύ απλά γιατί αυτή η αντίληψη επικρατεί στον κόσμο μας τα τελευταία δέκα
χιλιάδες χρόνια από την εποχή της «εξημέρωσης» (δηλαδή της δια της βίας
υποδούλωσης των ζώων) και αυτήν μας μαθαίνουν από τη γέννησή μας.
Είναι όμως έτσι; Είναι κάποια ζώα τροφή επειδή το λέει το διαμορφωμένο
κοινωνικό πλαίσιο και σύστημα;
Φυσικά όχι. Αλλά το σύστημα έχει ζωτικούς λόγους να επιμένει σε αυτή την
εσφαλμένη αντίληψη και προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας πείσει στην εφαρμογή της επειδή
ωφελείται τα μέγιστα από αυτήν και επειδή ουσιαστικά οφείλει την ύπαρξή του σε
αυτήν: αν υποθέσουμε ότι αύριο αποκαθιστούνταν η αξία της αισθανόμενης ζωής το
σύστημα αυτόματα θα κατέρρεε μη έχοντας πλέον την δυνατότητα να καταπιέσει και
να αδικήσει τα ζώα και κατ’ επέκταση τους ανθρώπους. Και φυσικά μαζί του θα
κατέρρεε όλη η τρέχουσα ξύλινη γλώσσα των διακρίσεων και θα σταματούσαμε πλέον
να μιλάμε για όλα αυτά τα ανούσια που τώρα θεωρούνται κύριες προτεραιότητες
(ψευδο-γεύση, ψευδο-απόλαυση, ψευδο-παράδοση, ψευδο-ευκολία, ψευδο-συνήθεια). Η
οργουελική lingua franca της καταπίεσης με όλη αυτή την
νοητική δυσαρμονία και σύγχυση που προξενεί θα έσβηνε οριστικά και θα έδινε τη
θέση της στην γλώσσα της δικαιοσύνης. Και η συνέπεια αυτού θα ήταν να απαλλαγούμε
επίσης μια και καλή και από όλη την υπόλοιπη ξύλινη γλώσσα του συστήματος
(αγορές, επενδύσεις, ανταγωνιστικότητα, «ανάπτυξη», κλπ) αφού θα αναγνωρίζαμε
ότι η μόνη πραγματική επένδυση είναι η αλήθεια, οι αξίες και η φροντίδα και η προστασία
της ζωής.
Ένας διχασμός που
δυσεκπαιδεύει
Παρά λοιπόν την τεράστια εκστρατεία συμμόρφωσής μας με αυτή την εσφαλμένη
αντίληψη, εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να την πιστεύουμε, όσο κι αν φαίνεται εκ
πρώτης όψεως ότι μας συμφέρει επειδή δήθεν μας επιτρέπει να επιβιώνουμε, να
είμαστε υγιείς, να εξελισσόμαστε νοητικά και άλλα τέτοια ανυπόστατα.
Πρώτα και κύρια η αντίληψη των ζώων ως τροφή μας κατευθύνει σε έναν ξένο
τρόπο διατροφής και ζωής και τελικά διαμορφώνει μέσα μας τον «βολικό» (για το
σύστημα) διχασμό του να βλέπουμε και να αντιμετωπίζουμε την αισθανόμενη ζωή ως
αναλώσιμο εμπόρευμα για την ικανοποίηση επιθυμιών και όχι των πραγματικών
αναγκών που πηγάζουν από την ανατομία μας (που είναι φυτοφάγου πλάσματος) αλλά
και από τη θέση μας μέσα μας στο οικοσύστημα της Γης (πρωτοταγείς καταναλωτές).
Έτσι με κάθε γεύμα μας απαξιώνεται συνεχώς η αξία της ζωής γενικά και
δυσεκπαιδευόμαστε να δείχνουμε ανοχή και απάθεια για το χαράμισμα και την
απώλεια και της ανθρώπινης ζωής η οποία συμβαίνει παράλληλα με διάφορους
τρόπους («ανθρωπιστικές» επεμβάσεις, πορτοκαλί «επαναστάσεις», ψευδοκρίση,
τοξική πολιορκία σε κάθε πτυχή της ζωής μας, κλπ). Επιπλέον δυσεκπαιδευόμαστε
να ενεργούμε με ένα σκεπτικό που λέει ότι κάνω κάτι - ανεξάρτητα αν είναι κακό
- μόνο και μόνο επειδή έχω τη δυνατότητα να το κάνω και όχι με το ηθικό
σκεπτικό του τι είναι σωστό να κάνω.
Περνώντας τώρα στο πεδίο της άμεσης εμπειρίας, οι περισσότεροι από εμάς θα
έτυχε να έχουμε γνωρίσει από κοντά κάποια από τα λεγόμενα ζώα «φάρμας» και να
έχουμε διαπιστώσει ότι δεν διαφέρουν σε τίποτα από τα λεγόμενα «κατοικίδια». Όμως
αφού δεν διαφέρουν καθόλου, τότε γιατί τελικά να διαφέρουν εντελώς τραγικά στον
τρόπο αντιμετώπισης; Γιατί να ενεργούμε με δύο μέτρα και δύο σταθμά και γιατί
να μην υπάρχει μια ενιαία αντιμετώπιση για κάτι το οποίο είναι ενιαίο, δηλαδή η
αισθανόμενη ζωή; Γιατί να εμπλεκόμαστε σε δύο εντελώς αντιφατικές προσεγγίσεις
αντιμετώπισης όπου από τη μια έχουμε τη μέγιστη συμπόνια και φροντίδα και από
την άλλη τη μέγιστη αδιαφορία και απαξίωση.
Μάλιστα το γεγονός ότι αγαπάμε κάποια ζώα αναιρεί, εκθέτει και φέρει
μοιραίο πλήγμα στην καταπίεση των υπόλοιπων ζώων, την οποία ουσιαστικά
καταδικάζει και απονομιμοποιεί. Μας δείχνει ότι μια τέτοια συμπεριφορά δεν έχει
βάση και το μόνο που φανερώνει είναι ένας άκριτος πιθηκισμός στις προσταγές
ενός άνομου συστήματος που πέρα από τον πλανήτη και τα πλάσματά του, έχει κάνει
και τις δικές μας ζωές άνω κάτω με το να μας έχει τυφλώσει μπροστά στο έγκλημα,
στην αδικία και στην καταπίεση που περνάει καθημερινά μπροστά από τα μάτια μας δήθεν ως τροφή μας (ένδυσή μας ή όποια άλλη χρήση καταδικάζουμε τα μη ανθρώπινα
ζώα).
Όλο αυτό είναι μια προκατάληψη και δεν έχει καμία ορθολογική βάση και ούτε φυσικά
είναι η δίκαιη αντιμετώπιση των άλλων αισθανόμενων πλασμάτων: είναι μια
δυσεκπαίδευση που πρέπει άμεσα να απορρίψουμε και να υπερβούμε. Γιατί με τον
κορεσμό της κοινωνίας με την αδικαιολόγητη καταπίεση και το θάνατο των ζώων δεν
μπορεί να υπάρξει η παραμικρή ελπίδα για πρόοδο. Αντίθετα όπως έχει γίνει πλέον
ολοφάνερο, η παρακμή θα είναι διαρκής και καταιγιστική και θα μας οδηγήσει με
μαθηματική ακρίβεια στη καταστροφή αν δεν πάψουμε να βλέπουμε τη ζωή διχαστικά
και να ισχυροποιούμε συνεχώς την κουλτούρα του θανάτου.
Δεν χρειάζεται να
διακρίνουμε τη ζωή για να επιβιώσουμε
Με το να κάνουμε διάκριση σε ζώα α και β κατηγορίας, καταλήγουμε να κάνουμε
διάκριση και σε ανθρώπους α και β κατηγορίας και έτσι τελικά μπαίνουμε σε ένα
προβληματικό σκεπτικό που χωρίς να φαίνεται είναι η αιτία όλων των δεινών μας με
το να κατηγοριοποιεί τη ζωή. Όμως ο αισθανόμενος άνθρωπος που έχουμε μέσα μας,
μας λέει ότι η ζωή δεν μπορεί να κατηγοριοποιείται και ότι είναι λάθος μια
τέτοια διάκριση. Και ακόμα η προαίσθησή μας, συνεχώς μας στέλνει το μήνυμα ότι
δεν είναι έτσι και ότι μπορούμε να αμφισβητήσουμε και να ξεμάθουμε την
εμφυτευμένη προκατάληψη γιατί έχουμε την εμπειρία να αγαπάμε και να φροντίζουμε
τα ζώα όπως κάνουμε με τα κατοικίδια. Και αν αυτό μπορούμε να το κάνουμε για
κάποια ζώα, τότε κάλλιστα μπορούμε να το κάνουμε για όλα τα ζώα και να τα δούμε όλα πλέον σαν κατοικίδια.
Το ερώτημα του τίτλου λοιπόν περιμένει απάντηση με το χέρι στη καρδιά ώστε
να σταματήσουμε να τρεφόμαστε ελαφρά τη καρδία. Αν το απαντήσουμε με ειλικρινή
τρόπο, τότε έχουμε κάνει το σημαντικότερο βήμα για την μετάβαση σε έναν άλλο,
πραγματικά δίκαιο κόσμο. Και αυτό είναι κάτι που οφείλουμε στους εαυτούς μας για
να εναρμονίσουμε απόλυτα τις καλές μας προθέσεις με έναν τρόπο ζωής που
επεκτείνει την δικαιοσύνη στα φυσικά της όρια: στο να αγκαλιάσει όλη τη ζωή. Και
έτσι να δώσουμε οριστικά τέλος στην καρικατούρα του εγκλωβισμένου «φιλόζωου»
που θα κάνει το παν για τον κατοικίδιο σύντροφό του, όμως ταυτόχρονα θα
συνεχίσει αυτόματα να συντάσσεται με ένα σύστημα που μηχανικά αναπαράγει,
μεγαλώνει και σφαγιάζει για το κρέας, το γάλα και τα αυγά, δισεκατομμύρια άλλα
ζώα ως τροφή αυτού του τραγικά εγκλωβισμένου ανθρώπου.
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο εξαρτώμαστε από τα ζώα για να απελευθερωθούμε
από την κατάρα της καταπίεσης που γυρνάει μπούμερανγκ και έχει κυριεύσει και την
ανθρώπινη κοινωνία. Μια κοινωνία που παρακμάζει ραγδαία και η οποία αντανακλά
ακριβώς όλα αυτά τα ολοκληρωτικά που επιβάλλουμε σε άλλους αισθανόμενους μόνο
και μόνο επειδή κάποια σκευωρία μας έδωσε την απατηλή «διατροφική επιλογή» να
αφαιρούμε δικαιώματα και ζωές με το ψευδές άλλοθι της τροφής (και έτσι να
μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς αναστολές και τύψεις και κυρίως ατιμώρητα).
Γι αυτό τελικά το ερώτημα του τίτλου είναι υψίστης σημασίας και
αναδεικνύεται στο κεντρικό, καίριο ερώτημα για την ατομική και κοινωνική
εξέλιξη. Είναι ένα από κάθε άποψη λυτρωτικό ερώτημα το οποίο θα ανοίξει το
δρόμο για κοσμογονικές αλλαγές και την ανατροπή της δυστοπίας που
δημιουργήσαμε. Είναι το ερώτημα που βρίσκεται στη καρδιά της φιλοσοφίας της
περιεκτικής δικαιοσύνης (veganism
) η οποία μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε πόσο κενή και ανυπόστατη
είναι η δήθεν επιλογή-παγίδα του να τρώμε ζώα (ουσιαστικά δεν υπάρχει αφού στην
περίπτωσή μας έχουμε να κάνουμε με ένα φυτοφάγο πλάσμα που όταν τρέφεται με την
λεηλασία της ζωής παύει να είναι ο εαυτός του και μεταλλάσσεται σε ένα αυτόματο της καταπίεσης). Είναι το ερώτημα-καταλύτης που έχει τη δύναμη και τη δυναμική
να μας οδηγήσει στην επίγνωση και στην συνειδητοποίηση ώστε να συναντηθούμε και
πάλι με τον πραγματικό μας εαυτό: τον αισθανόμενο άνθρωπο που φέρουμε μέσα μας.