02 December 2011
Οι δύο λόγοι περί σαρκοφαγίας του Πλουτάρχου, οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο μακροσκελές έργο του «Τα Ηθικά» ανήκουν θα λέγαμε στην πρώιμη παράδοση υπεράσπισης των ζώων η οποία ξεκίνησε, στον δυτικό τουλάχιστον κόσμο, από τον Πυθαγόρα.
Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η δύναμη της διαίσθησης του Πλούταρχου στο να παραθέτει πράγματα τα οποία σήμερα έχουν αποδειχτεί από την εξέλιξη της επιστήμης. Επίσης εντυπωσιάζουν και οι ίδιοι οι λόγοι με τις επισημάνσεις και τα επιχειρήματά τους.
Το απόλυτα θλιβερό όμως είναι ότι ενώ αυτοί οι λόγοι θα έπρεπε να διαβάζονταν σήμερα από φιλολογικό και μόνο ενδιαφέρον από μια πραγματικά πολιτισμένη ανθρωπότητα που θα είχε προ πολλού καταλάβει το λάθος της και θα είχε κάνει το χρέος της προς τα ζώα, αντίθετα διαβάζονται σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς για τα χρονικά του πλανήτη συστηματοποιημένης βαρβαρότητας και καταπίεσης των ζώων. Γιατί τότε ο Πλούταρχος αναφερόταν σε κάτι που ήταν μια περιορισμένη πρακτική και όχι σε κάτι που είναι γενικευμένο και στο επίκεντρο του καταναλωτισμού όπως σήμερα.
Οι λόγοι αντιμάχονται την στενοκεφαλιά και τις μεροληπτικές αντιλήψεις μιας ιδιάζουζας και ανώμαλης πρακτικής που υποβιβάζει τα ζώα από αισθανόμενα πλάσματα σε τροφή. Όμως παρά τις επικλήσεις στη λογική, παρά τα επιχειρήματα και τα πειστήρια ενός αδικαιολόγητου εγκλήματος, η ανθρωπότητα έκλινε τελικά εκεί που την οδήγησαν τα αλληλοδιαδεχόμενα συστήματα της καταπίεσης (ΣτΚ): στην χωρίς δεύτερη σκέψη, ολοκληρωτική καταπίεση των ζώων.
Και όπως είπε ο Πλούταρχος «αυτό το είδος γεύματος είναι στ’ αλήθεια δυσοίωνο» αφού ουσιαστικά δεν πρόκειται περί διατροφής αλλά διαταραχής και μανίας καταδίωξης η οποία προοιωνίζει μεγάλα κακά.
Ακολουθούν κάποια σημαντικά σημεία από τον πρώτο λόγο:
1 – Αρχικά ο Πλούταρχος αναρωτιέται τι προκάλεσε την αλλαγή της αντίληψης και της νοοτροπίας των ανθρώπων: πως δηλαδή μπόρεσαν να δουν ως τροφή τα τραύματα, τις πληγές, τα πτώματα και τον θάνατο και να περάσουν σε αφύσικες και αντικοινωνικές ηδονές.
2 – Οι συνθήκες: εξηγεί την ανάγκη των πρωτόγονων (λόγω δυσμενών συνθηκών) και την μη ανάγκη των συγχρόνων του και «την δυνατότητα να καλοπερνάτε χωρίς να λερώνετε τα χέρια σας με αίμα». Εντυπωσιακή είναι η επισήμανση του Πλούταρχου για την αφθονία της φυτικής τροφής που από τότε έκανε περιττή την σαρκοφαγία. Και αν τότε μιλούσε για αφθονία, τότε σήμερα θα πρέπει να μιλάμε για απέραντο πλούτο που κάνει ολότελα περιττή την κατανάλωση ζωικών.
3 – Η σαρκοφαγία ως ύβρις: η πράξη του φόνου που προηγείται της σαρκοφαγίας δεν γίνεται λόγω αυτοάμυνας απέναντι σε σαρκοφάγα ζώα, αλλά προς άκακα φυτοφάγα ζώα. Και δυστυχώς όπως και τότε έτσι και σήμερα εξακολουθούμε να «θεωρούμε τις κραυγές τους άναρθρους ήχους και όχι παρακλήσεις, δεήσεις και επικλήσεις για δικαιοσύνη».
4 – Η ολιγωρία κάποιων ευαίσθητων ανθρώπων: «Αν και παραιτούνται από αυτά τώρα που είναι νεκρά, δεν συνηγόρησαν υπέρ τους όταν ήταν ζωντανά».
5 – Η φυσιολογία του ανθρώπου και πως ενεργούν τα πραγματικά σαρκοφάγα: η σαρκοφαγία είναι «ενάντια στη φύση», εξού και η αλλοίωση της νεκρής σάρκας ... «σαν να βαλσαμώνουμε πράγματι νεκρό για ταφή, ... ώστε το γευστικό όργανο να εξαπατηθεί και να δεχτεί ό,τι του είναι ξένο».
6 – Τα συμπτώματα της σαρκοφαγίας: «προκαλεί φοβερό βάρος και νοσηρές μορφές δυσπεψίας», αφού δεν είναι διατροφή αλλά πάθηση και παθολογική κατάσταση με συμπτώματα για το σώμα και το μυαλό. Εδώ η διαίσθηση του Πλούταρχου για το άπεπτο της σάρκας επαληθεύεται από τις σύγχρονες έρευνες που δείχνουν ότι η ζωική πρωτεΐνη σαπίζει μέσα στο μακρύ εντερικό σύστημα του ανθρώπου.
7 – Η δυσμενής επίπτωση της σαρκοφαγίας στο πνεύμα: «Η σαρκοφαγία δεν είναι μόνον για τα σώματα παρά φύση, αλλά μας κάνει πνευματικά τραχείς και χυδαίους λόγω του κορεσμού και της κατάχρησης... Η σάρκα αλλοιώνει το πνεύμα, θολώνει και παραμορφώνει την άποψη για τα πράγματα γιατί την περνάει από τον παραμορφωτικό φακό της βίας και της αδικίας».
8 – Η ασύμβατη με το σώμα διατροφή και η ζημιά που προκαλεί: «Έτσι επομένως και μέσα από σώμα ταραγμένο, παραφορτωμένο και βαρύ από τροφές αταίριαστες η λάμψη και το φέγγος της ψυχής ρέουν από αυτό θολά και συγχυσμένα, ανώμαλα και ασταθή, εφόσον η ψυχή δε διαθέτει φως και ένταση για να εισχωρήσει στα λεπτά και αδιόρατα σημεία της πραγματικότητας».
9 – Η αλληλοσύνδεση μιας συμπεριφοράς αδικίας προς τα ζώα με μιαν αντίστοιχη προς τον άνθρωπο: «Μα και πέρα από αυτά, δεν θεωρείς πως ο εθισμός στην αγάπη για τα άλλα πλάσματα είναι θαυμάσιο πράγμα; Ποιος θα μπορούσε να αδικήσει άνθρωπο, αν αντιμετωπίζει με τόση πραότητα και αγάπη πλάσματα ξένα και όχι συγγενικά;»
10 – Τέλος η εξήγησή του για την πρακτική της σαρκοφαγίας: «... υπάρχει το άλογο στοιχείο μέσα μας, το στοιχείο της αταξίας και της βίας». Επίσης η επισήμανση της δύναμης που έχει η συνήθεια ακόμη και μπροστά στον κίνδυνο και το γεγονός ότι αντιδρούμε σε ότι είναι ενάντιο στην όποια εφήμερη ανθρώπινη παράδοση και συνήθεια αλλά όχι σε ότι είναι ενάντια στη φύση. Γι αυτό και λεει ρητά ότι: «όποιος βασανίζει πλάσμα που ζει δεν είναι καλύτερος από εκείνον που αφαιρεί τη ζωή και σκοτώνει».