22 February 2012
Μερικές σκέψεις γι αυτούς που θέλουν να γίνουν vegan
Ο veganism δεν είναι κάτι ξένο με τον άνθρωπο και θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι μια ασυναίσθητη, βασική μορφή του είναι ενσωματωμένη στην ύπαρξή μας, αφού το ανθρώπινο σώμα έχει ανατομικά χαρακτηριστικά φυτοφάγου. Είναι μέρος του «πακέτου» να είσαι άνθρωπος και κάτι σαν ένα βασικό ένστικτο για όλα τα φυτοφάγα, τα οποία δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσουν καταπίεση και βία για να αποκτήσουν την τροφή τους, αφού αυτή είναι άφθονη και είναι εκεί, δημιουργούμενη συνεχώς από το οικοσύστημα.
Το σώμα ήδη από κατασκευής είναι vegan και υπό ιδανικές συνθήκες (χωρίς αντίθετες εξωτερικές επιρροές) θα τείνει ομαλά να εξελίξει μια vegan συνείδηση και θεώρηση του κόσμου. Το γεγονός ότι αυτή η ασυναίσθητη τάση δεν έχει εκδηλωθεί μαζικά μέχρι τώρα, οφείλεται αποκλειστικά στην κυρίαρχη κουλτούρα που κάνει οτιδήποτε δυνατό για να εμποδίσει αυτή την τάση και να την κρατήσει καταχωνιασμένη μέσα μας. Όμως παρά την συνεχή εκστρατεία αλλοίωσης του ανθρώπου, ο ασυναίσθητος veganism αναδύεται τελικά από μέσα μας και θα βρει τον δρόμο στο προσκήνιο για να γίνει συνειδητός όταν:
- ακούσω μέσα μου το κάλεσμα να αναπτυχθώ συναισθηματικά, πνευματικά, και ηθικά και αφήσω το σώμα μου να με καθοδηγήσει σύμφωνα με την φυτοφάγο ανατομία του
- συνειδητοποιώ ότι γεννήθηκα σε έναν πλανήτη της ζωής και θα πρέπει να αντιμετωπίζω την ζωή ως ζωή
- καταδικάζω την καταπίεση για όλους, όχι μόνο για τους ανθρώπους αλλά και για τα ζώα
- βλέπω αυτό που κάνει η ανθρωπότητα στα ζώα όπως πραγματικά είναι: καταπίεση και έγκλημα
- απορρίπτω την κουλτούρα του θανάτου και αγκαλιάζω την κουλτούρα της ζωής
- θέλω η δικαιοσύνη να περιλαμβάνει όλους όσους αισθάνονται
- επιλέγω να ζω και να απολαμβάνω την ζωή χωρίς αντίκτυπο στους άλλους
- αντιληφθώ ότι τα ζώα είναι αισθανόμενα όντα και αναγνωρίσω την ματαιότητα του να πιστεύω ότι μπορώ να πάρω θρέψη, απόλαυση και χαρά από την υποδούλωση, τη βία, τη δυστυχία, το πόνο, και τη δολοφονία τους
Γενικεύοντας την φράση του Γκάντι «η ζωή μου είναι το μήνυμά μου», το ουσιαστικό στην ζωή είναι οι πράξεις και όχι τα λόγια. Ο veganism είναι ακριβώς αυτό: δεν αγαπάει τα λόγια και σαν θεωρία είναι φειδωλός και λακωνικός, αφού αρκείται να συνοψίζεται σε μια και μόνο αρχή (μη καταπίεση και δικαιοσύνη για όλους) και τίποτε άλλο. Είναι δηλαδή πάνω απ’ όλα πράξη και μάλιστα θα λέγαμε ότι είναι η αποθέωση της πράξης γιατί είναι τρόπος ζωής. Μια καινούργια πορεία ζωής όπου με ασήμαντες, διαδικαστικές αλλαγές (ουσιαστικά δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να ανακαλύψουμε τις εναλλακτικές που ήδη υπάρχουν) στις συνήθειες μας (διατροφή, ένδυση, κλπ), κάνουμε ζωτικής σημασίας αλλαγές για τον κόσμο που ζούμε.
Τα προβλήματα που μας καλούν να πάρουμε θέση είναι τεράστια και όλα προέρχονται από την βασική παρέκκλιση της καταπίεσης των ζώων. Αυτή στρέφει τον κόσμο σε μιαν άλλη κατεύθυνση: σε ένα κυρίαρχο ρεύμα το οποίο απαξιώνει κάθε θετική ιδέα και αξία και κατευθύνεται μόνο από τις αρνητικές αντιλήψεις που ξεπηδούν από την καταπίεση. Με την σειρά τους, οι αντιλήψεις αυτές γίνεται συνεχής προσπάθεια να παρουσιαστούν ως «πολιτικά ορθές» και να τυγχάνουν της ευρύτερης αποδοχής της κοινωνίας ώστε με το πρόσχημα της κάλυψης των αναγκών των ανθρώπων, να διογκώνεται συνεχώς η εκμετάλλευση των ζώων και να είναι πανταχού παρούσα. Ο κορεσμός με το «ζωντανό» παράδειγμα της καταπίεσης των ζώων εξυπηρετεί την ιδεολογική ενίσχυση της καταπίεσης και τον αναπόφευκτο κορεσμό με την καταπίεση και των ανθρώπων (αυτό δηλαδή που τόσο απροκάλυπτα βιώνουμε σήμερα).
Στην τρέχουσα συγκυρία, οι αρνητικές προεκτάσεις και συνέπειες αυτής της βασικής παρέκκλισης όχι μόνο δεν υποχωρούν, αλλά τρέχουν με όλο και πιο καταιγιστικό ρυθμό. Επομένως κάποιος που θέλει να γίνει vegan θα πρέπει να το λάβει αυτό σοβαρά υπόψη του και να γίνει vegan κατευθείαν ή να συντομεύσει στο ελάχιστο την μεταβατική περίοδο από τον προηγούμενο τρόπο ζωής του στον vegan τρόπο ζωής.
Το κλειδί για να το πετύχει είναι να έχει κατανοήσει ότι αυτό που ξεκίνησε να κάνει είναι το σωστό, ότι είναι η φυσική προδιάθεση του ανθρώπου, είναι σύμφωνο με τους ρυθμούς και τους νόμους του οικοσυστήματος, και το πιο σημαντικό συνάδει με την συνείδηση και τις θεμελιώδεις αξίες. Η αποφασιστική μετάβαση πηγάζει από την επίγνωση της ουσίας του veganism η οποία γεμίζει το άτομο με εμπιστοσύνη γι αυτό που κάνει και εύκολα διαλύει την οποιαδήποτε αμφισβήτηση (που προέρχεται από τον περίγυρο ο οποίος ουσιαστικά εκπροσωπεί την συλλογική άγνοια επί του θέματος.) Όταν το κίνητρο είναι μονίμως σαφές και ξεκάθαρο και από την στιγμή που η ιδεολογική θέση (για περιεκτική δικαιοσύνη και τερματισμό της καταπίεσης) παραμένει πάντα στο προσκήνιο, το ζήτημα είναι πλέον διαδικαστικό και έχει να κάνει με την εφαρμογή αυτής της θέσης.
Η αλλαγή στο μυαλό πραγματοποιείται όταν το άτομο συνειδητοποιεί ότι πρέπει να πάρει θέση στο βασικό δίλημμα «με ή χωρίς αδικία». Η ένταξη στην πλευρά του χωρίς και η επακόλουθη δύναμη που πηγάζει από αυτή την απόφαση οδηγεί σε αλλαγή και στην πράξη. Μετά από αυτό, ο vegan τρόπος ζωής γίνεται πολύ εύκολος και όχι κατόρθωμα όπως φαντάζονται πολλοί. Όλα τα προσχήματα, οι στημένες αναστολές και τα άλλοθι του προηγούμενου σκεπτικού φαίνονται προκλητικά αλλά και τόσο ρηχά και καταρρέουν σαν ντόμινο.
Το θεωρείς πλέον τραγικά ασήμαντο να κάνεις θέμα τι θα φας, τι θα φορέσεις, κλπ όταν κάποιοι άλλοι, χωρίς να ρωτηθούν, καλούνται να πληρώσουν με την ζωή τους το τίμημα αυτών των επιλογών. Βλέπεις πόσο διάτρητο ήταν το προηγούμενο σκεπτικό που με διάφορα φτηνά κλισέ του τύπου «Και τι θα τρώω;» ή «Και τα ζώα τρώνε το ένα το άλλο» ή «Και τα φυτά αισθάνονται» σου τερμάτιζε την σκέψη και δεν σε άφηνε να κάνεις το επόμενο βήμα. Κατανοείς πόσο ρηχό ήταν να σκέφτεσαι αποκλειστικά με όρους γεύσης, συνήθειας, παράδοσης, μόδας, ευκολίας και καταναλωτισμού αντί πρώτα να σκέφτεσαι με όρους αξιών όπως ο σεβασμός της ζωής, η δικαιοσύνη, η μη καταπίεση και η αειφορία. Αναγνωρίζεις την απάτη της προηγούμενης διατροφής που ντυμένη με τον παραπλανητικό τίτλο της «ισορροπημένης», ήταν φορέας της απόλυτης ανισορροπίας. Ξεσκεπάζεις επίσης το απατηλό σκεπτικό που έκανε λόγο για στέρηση και περιορισμό, ενώ το ίδιο, προκλητικά άδειο από ευαισθησία και συμπόνια, στερεί τα πάντα από άλλα αισθανόμενα όντα για να ικανοποιήσει δογματικά στερεότυπα, την σύγχυση και την άγνοια.
Από δω και πέρα τα πάντα ανάγονται σε μια απλή διαδικασία αντικατάστασης και αυτό είναι ο veganism στην πράξη: αντικαθιστούμε κάτι που κουβαλάει αδικία με κάτι που δεν κουβαλάει. Η ίδια η διαδικασία γι αυτούς που το έχουν κάνει, είναι ότι τα πάντα κυλούν ομαλά και είναι ευκολότερα από ότι φαντάζονταν με το επιπρόσθετο όφελος ότι βιώνουν μια πλούσια εμπειρία ανακάλυψης, απόλαυσης και ικανοποίησης. Όμως πριν φτάσουν σ’ αυτή την επίγνωση, είχαν να αντιμετωπίσουν την κυρίαρχη κουλτούρα η οποία παρουσίαζε την μετάβαση σαν κοσμογονική, τεράστια αλλαγή και ως κάτι υπερβολικά δραστικό, ακραίο ή ριζοσπαστικό. Η πραγματικότητα τους λεει ότι πρόκειται για μια ακόμη προκατάληψη όπου κάτι μικρό γίνεται «βουνό» ώστε να αποτρέψει κάποιον από το να το κάνει. Το παρουσιαζόμενο ως επικίνδυνο άλμα είναι τελικά ένα απλό, άνετο βήμα το οποίο βλέπουν ως κάτι που δεν έχει καν λόγο να γίνεται θέμα ή έμπαση περιπτώσει τόσο μεγάλο θέμα. Το πιο μεγάλο θέμα τελικά είναι το εγκεφαλικό ξεπέρασμα για τον φόβο του καινούργιου.
Η μετάβαση στον veganism ανοίγει επίσης ένα άλλο ενδιαφέρον κεφάλαιο, αυτό της κοινωνικής αλληλεπίδρασης με τους άλλους (οικογένεια, φίλους, ή αγνώστους) οι οποίοι δεν γνωρίζουν και δεν καταλαβαίνουν την αλλαγή μας. Οι μη vegan βομβαρδίζουν, καλοπροαίρετα τις πιο πολλές φορές, τους vegan με ερωτήματα όπως: «Δεν σου λείπει;», «Δεν σου μυρίζει;» (εννοώντας το α ή το β ζωικό προϊόν) και αυτό ακριβώς δείχνει ότι δεν κατανοούν την αρχή που μας κατευθύνει. Και έτσι προσεγγίζουν το ζήτημα με το σκεπτικό του κυρίαρχου ρεύματος το οποίο καθορίζει την πορεία της ανθρωπότητας και συντηρεί την εκμετάλλευση των ζώων. Σκέπτονται δηλαδή με δευτερεύοντα κριτήρια και ψευτοδιλήμματα και γι αυτό προτάσσουν ως απόλυτο κριτήριο κατανάλωσης το αν μας λείπει ή μας μυρίζει κάτι, και περιορίζουν το όλο ζήτημα στο στενό πλαίσιο της ατομικής ικανοποίησης της όποιας επιθυμίας για φαγητό, ένδυση, κλπ. Και αυτό συμβαίνει γιατί έχουν εκπαιδευτεί από την κυρίαρχη κουλτούρα να αποσυνδέονται από το ευρύτερο πλαίσιο και τις ευρύτερες επιπτώσεις των επιλογών τους.
Αντίθετα ο veganism συνδέει το ευρύτερο πλαίσιο με το ατομικό. Το σκεπτικό είναι αντίστροφο και ξεκινάει από τον μη αντίκτυπο και την μη αδικία σε άλλους, ώστε να έχουν νόημα και να προωθούνται οι ατομικές επιλογές. Εκεί που οι μη vegan βλέπουν απλά κρέας, γάλα, αυγά, κλπ, οι vegan βλέπουν αισθανόμενα ζώα και αισθανόμενα άτομα που χωρίς λόγο καταπιέζονται, υποδουλώνονται, βασανίζονται και δολοφονούνται. Ο veganism, ως μια φιλοσοφία ενωτική, βοηθάει το άτομο να κάνει την σύνδεση με το «αντικείμενο του πόθου» και να δει ότι αυτός ο πόθος είναι άδικος, άνομος, και παράλογος και αφυπνίζει μέσα μας την ικανότητα να αισθανόμαστε τον άλλο, η οποία, ειδικά όταν πρόκειται για τα ζώα, έχει τεθεί σε χειμερία νάρκη από την τρέχουσα κουλτούρα. Η ειδοποιός διαφορά λοιπόν είναι ότι ως vegan επιλέγουμε να δούμε, αυτό που πριν δεν θέλαμε να δούμε, και το οποίο συνέβαινε ως αποτέλεσμα των επιλογών μας. Και ο διαφοροποιημένος τρόπος που ενεργούμε είναι η λογική αλληλουχία του βλέπω και επανασυνδέομαι. Οπότε τα ερωτήματα που απευθύνουν οι μη vegan ακούγονται ασύνδετα και αποκομμένα και το καλύτερο είναι να τους βοηθήσουμε να κατανοήσουν αυτή την αποσύνδεση και να κάνουν κάτι γι αυτήν.
Συνολικά η εμπειρία του veganism είναι μια νέα αίσθηση θετικής μεταμόρφωσης ιδιαίτερα όσον αφορά την εσωτερική ανάπτυξη και εξέλιξη. Όσο περνάει ο καιρός, η σκέψη, η συνείδηση και η συναισθηματική νοημοσύνη απεγκλωβίζονται από τα περιοριστικά στερεότυπα και η διαίσθησή μας έρχεται όλο και περισσότερο σε επαφή με την πραγματική διάσταση και το μεγαλείο της ζωής και του κόσμου που ζούμε. Και ίσως η μεγάλη πρόκληση για όσους γίνονται vegan είναι τελικά να περάσουν αυτήν την νέα, απελευθερωτική αίσθηση και στους γύρω τους.