Ο θάνατος ενός γέρικου αλόγου άμαξας
Εξαναγκασμένο να ταξιδεύει αδύναμο ή δυνατό,
Με διαταγές από δύναμη καταπιεστική,
Τράβα μπρος, τράβα μπρος.
Και με τρύπαγε απ’ τα δίκρανα η πιο βίαια μύτη,
Πιέζοντας με συνεχώς ο σκληρός οδηγός,
Τράβα μπρος, τράβα μπρος.
Να με γοητεύσει με το άτεχνο τραγούδι της,
Αλλά η ευχαρίστηση παρέμενε από τη λέξη,
Τράβα μπρος, τράβα μπρος.
Ήταν τράβα, το ηχηρό ξέσπασμα κάθε γλώσσας,
Η μόνη λέξη για όλο τον δρόμο,
Τράβα μπρος, τράβα μπρος.
Έπρεπε να ταξιδεύω είτε ήταν δίκαιο ή άδικο,
Μέχρι που ο θάνατος, ο γλυκός και ευνοούμενος φίλος μου,
Με κάλεσε απ’ τη ζωή να τραβήξω μπρος.